Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Ἀντί ἄλλης Πασχάλιας εὐχῆς θά σᾶς μεταφέρω τά χαρμόσυνα ἀναστάσιμα βιώματα τοῦ μακαριστοῦ γέροντα Πορφυρίου, ὅπως τά ἔζησα μιά Τρίτη Διακαινησίμου στό κελλάκι του.
Μετά τήν καρδιολογική ἐξέταση καί τό συνηθισμένο καρδιογράφημα, μέ παρεκάλεσε νά μή φύγω. Κάθησα στό σκαμνάκι κοντά στό κρεββάτι του. Ἔλαμπε ἀπό χαρά τό πρόσωπό του.
Μέ ρώτησε:
- Ξέρεις τό τροπάριο πού λέει «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν…»;
- Ναί, γέροντα, τό ξέρω.
- Πές το.
Ἄρχισα γρήγορα-γρήγορα:
«Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν˙ καί σκιρτῶντες ὑμνοῦμεν τόν αἴτιον, τόν μόνον εὐλογητόν τῶν πατέρων Θεόν καί ὑπερένδοξον».
- Τό κατάλαβες;
- Ἀσφαλῶς τό κατάλαβα.
Νόμισα πώς μέ ρωτάει γιά τήν ἑρμηνεία του.
Ἔκανε μία ἀπότομη κίνηση τοῦ χεριοῦ του καί μοῦ εἶπε:
- Τίποτε δέν κατάλαβες, βρέ Γιωργάκη! Ἐσύ τό εἶπες σάν βιαστικός ψάλτης… Ἄκου τί φοβερά πράγματα λέει αὐτό τό τροπάριο: Ὁ Χριστός μέ τήν Ἀνάστασή Του δέν μᾶς πέρασε ἀπέναντι ἀπό ἕνα ποτάμι, ἀπό ἕνα ρῆγμα γῆς, ἀπό μιά διώρυγα, ἀπό μιά λίμνη ἤ ἀπό τήν Ἐρυθρά θάλασσα. Μᾶς πέρασε ἀπέναντι ἀπό ἕνα χάος, ἀπό μία ἄβυσσο, πού ἦταν ἀδύνατο νά τήν περάσει ὁ ἄνθρωπος μόνος. Αἰῶνες περίμενε ὁ κόσμος αὐτό τό Πάσχα, αὐτό τό πέρασμα.
Ὁ Χριστός μᾶς πέρασε ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Γι’ αὐτό σήμερα «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, ἅδου τήν καθαίρεσιν». Χάθηκε ὁ θάνατος. Τό κατάλαβες; Σήμερα γιορτάζουμε τήν «ἀπαρχή» τῆς «ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου», τῆς ζωῆς κοντά Του.
Μίλαγε μέ ἐνθουσιασμό καί βεβαιότητα. Συγκινήθηκε.
Σιώπησε γιά λίγο καί συνέχισε πιό δυνατά:
- Τώρα δέν ὑπάρχει χάος, θάνατος, νέκρωση, δης. Τώρα ὃλα εἶναι χαρά, χάρις στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀναστήθηκε μαζί Του ἡ νθρώπινη φύση. Τώρα μπορομε κι ἐμεῖς νά ἀναστηθομε, νά ζήσουμε αἰώνια κοντά Του… Τί εὐτυχία ἡ Ἀνάσταση!
«Καί σκιρτῶντες ὑμνομεν τόν αἴτιον». Ἒχεις δε τά κατσικάκια τώρα τήν νοιξη νά χοροπηδοῦν πάνω στό γρασίδι; Νά τρνε λίγο πό τή μάνα τους καί νά χοροπηδοῦν ξανά; Ατό εἶναι τό σκίρτημα, τό χοροπήδημα. Ἒτσι ἒπρεπε κι ἐμες νά χοροπηδοῦμε πό χαρά νείπωτη γιά τήν νάσταση τοῦ Κυρίου μας καί τή δική μας.
Διέκοψε καί πάλι τόν λόγο του. Ἀνέπνεα μιά εὐφρόσυνη ἀτμόσφαιρα.
-Μπορῶ νά σοῦ δώσω μιά συμβουλή; συνέχισε.
Σέ κάθε θλίψη σου, σέ κάθε ἀποτυχία σου, σέ κάθε πόνο σου, νά συγκεντρώνεσαι μισό λεπτό στόν ἑαυτό σου καί νά λές ἀργά-ἀργά αὐτό τό τροπάριο. Θά βλέπεις ὅτι τό μεγαλύτερο πρᾶγμα στή ζωή σου -καί στή ζωή τοῦ κόσμου ὅλου- ἔγινε. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ σωτηρία μας. Καί θα συνειδητοποιεῖς ὅτι ἡ ἀναποδιά πού σοῦ συμβαίνει εἶναι πολύ μικρή γιά νά χαλάσει τή διάθεσή σου.
Μοῦ ʹσφιξε τό χέρι, λέγοντας:
-Σοῦ εὔχομαι νά «σκιρτᾶς» ἀπό χαρά, κοιτάζοντας πίσω σου τό χάος ἀπό τό ὁποῖο μᾶς πέρασε ὁ Ἀναστάς Κύριος, «ὁ μόνος εὐλογητός τῶν Πατέρων».
Ψάλλε τώρα καί τό «Χριστός Ἀνέστη»...
 
Γεώργιος Παπαζάχος
Καθηγητής Ιατρικῆς Σχολῆς
Ἐπιστολή στό περιοδικό Σύναξη