Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Ξεχάσαμε.......

Ξεχάσαμε να μιλάμε με τους φίλους μας...
Ξεχάσαμε να μιλάμε με τα παιδιά μας...
Ξεχάσαμε να σωπαίνουμε...
Ξεχάσαμε να αφηγούμαστε...
Ξεχάσαμε τι θα πει ελεύθερος χρόνος...
Ξεχάσαμε την αξία της κάθε στιγμής...
Ξεχάσαμε την μαγεία της κάθε ρωγμής...
Ξεχάσαμε να διαβάζουμε...
Ξεχάσαμε να γράφουμε...
Ξεχάσαμε να ακούμε...
Ξεχάσαμε να τραγουδάμε...
Ξεχάσαμε να αγαπάμε...
Ξεχάσαμε να συνεργαζόμαστε...
Ξεχάσαμε να δημιουργούμε...
Ξεχάσαμε να σταματάμε...
Ξεχάσαμε να ξαναρχίζουμε...
Ξεχάσαμε να κοιτάζουμε και να ΒΛΕΠΟΥΜΕ...
Ξεχάσαμε οτι ένα κι ένα μπορεί να κάνει ΠΟΛΥ...
Ξεχάσαμε να θαυμάζουμε...
Ξεχάσαμε να σεβόμαστε...
Ξεχάσαμε να προσευχόμαστε...
Ξεχάσαμε να χαμογελάμε...
Ξεχάσαμε να γευόμαστε...
Ξεχάσαμε να ξεχωρίζουμε τα χρώματα...
Ξεχάσαμε να ξεχωρίζουμε τις νότες...
Ξεχάσαμε να χαρίζουμε...
Ξεχάσαμε να λέμε πικρές αλήθειες...
Ξεχάσαμε να λέμε γλυκά ψέματα...
Ξεχάσαμε να φεύγουμε...
Ξεχάσαμε να ερχόμαστε...
Ξεχάσαμε να ονειρευόμαστε...
Ξεχάσαμε πως είναι να ανασαίνεις καθαρό αέρα...
Ξεχάσαμε πως είναι να ανασαίνεις ελεύθερα...
Ξεχάσαμε να ζούμε...

Ομως, περισσότερο με πειράζει που ξεχάσαμε να περπατάμε ΟΡΘΙΟΙ και με ψηλά το κεφάλι! Σαν άνθρωποι δηλαδή.........

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

Αν.....από αγάπη

Αν σιωπάς,
Να σιωπάς από αγάπη.




Αν μιλάς,
Να μιλάς από αγάπη.




Αν διορθώνεις κάποιον,
Να τον διορθώνεις από αγάπη.




Αν συγχωρείς,
Να συγχωρείς από αγάπη.




Στο βάθος της καρδιάς σου,
Να έχεις τη ρίζα της αγάπης.




Από μια τέτοια ρίζα,
Μόνο καλό μπορεί να προέλθει.




Αγάπα το Θεό,
Και κάνε ό,τι θέλεις

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Οι Δύο Λύκοι

Ένα βράδυ ένας γέρος (ινδιάνος) της φυλής
Τσερόκι, μίλησε στον εγγονό του για τη μάχη που γίνεται μέσα στην
ψυχή των ανθρώπων. Είπε:
"Γιέ μου, η μάχη γίνεται μεταξύ δυο
'λύκων'
που υπάρχουν μέσα σε όλους μας"
Ο ένας είναι το Κακό. -! Είναι ο θυμός, η ζήλια, η
θλίψη, η απογοήτευση, η απληστία! , η αλαζονία,
η αυτολύπηση, η ενοχή,η προσβολή, η κατωτερότητα,
τα
ψέματα, η ματαιοδοξία, η υπεροψία, και το εγώ.

Ο άλλος είναι το Καλό. - Είναι η χαρά, η ειρήνη, η
αγάπη, η ελπίδα, η ηρεμία, η ταπεινοφροσύνη,
η ευγένεια, η φιλανθρωπία, η συμπόνοια, η
γεναιοδωρία, η αλήθεια, η ευσπλαχνία και
η πίστη στο Θεό.'

Ο εγγονός το σκέφτηκε για ένα λεπτό και μετά
ρώτησε τον παππού του: "Ποιος λύκος νικάει;"
(...και, αυτό μου άρεσε πολύ!)...

Ο γέρος Ινδιάνος Τσερόκι απάντησε απλά ...............
"Αυτός που ταΐζεις."

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Ντοστογιεφσκι
Φιοντoρ Ντοστογιεφσκι
Αν κάποιος μου απεδείκνυε ότι ο Χριστός δεν ταυτίζεται με την αλήθεια κι ότι, στην πραγματικότητα, η αλήθεια είναι εκτός Χριστού, θα προτιμούσα τότε να παραμείνω με τον Χριστό, παρά να πάω με την αλήθεια

Κωνσταντινος Καβαφης

Κωνσταντινος Καβαφης
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις, τούτο προσπάθησε τουλάχιστον όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου, μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες. Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την, γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινήν ανοησία, ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.

ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΪ


ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΪ
Ο άνθρωπος μοιάζει με κλάσμα όπου ο αριθμητής είναι ο πραγματικός εαυτός του, ο δε παρονομαστής η ιδέα που έχει για τον εαυτό του. Όσο ο παρανομαστής διογκώνεται προς το άπειρο, τόσο το κλάσμα τείνει προς το μηδέν

Η Εκκλησιαστική αντίληψη για την γυναίκα στην Αγία Γραφή


Στην Παλαιά Διαθήκη γίνεται λόγος για την γυναίκα στις δύο γνωστές διηγήσεις που έχουν ως θέμα την δημιουργία του ανθρώπου. Σ’ αυτές τις διηγήσεις (παρά τους διαφορετικούς προσανατολισμούς που έχει κάθε μία) εκφράζονται μέγιστες αλήθειες. Οι ιεροί συγγραφείς, φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού, δεν έχουν πρόθεση να μας δώσουν μέσα από τα μοναδικά αυτά κείμενα κάποια οντολογική ερμηνεία της γυναίκας, ούτε να εκθέσουν κάποια θεολογία σχετικά με την δημιουργία της και το πρόσωπό της. Οπωσδήποτε διακατέχονται κι αυτοί από το γενικότερο ανδροκρατούμενο πνεύμα της εποχής τους – πως μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά. Όμως παρόλα αυτά τονίζουν, (μέσα από εικόνες, σύμβολα και άλλα πολιτιστικά στοιχεία του καιρού τους) ότι τόσο ο άντρας, όσο και η γυναίκα είναι δημιουργήματα ενός αγαθοποιού Θεού. Έχουν κι οι δύο την ίδια ανθρώπινη φύση (το αρχικό ανθρώπινο κύτταρο) ως εικόνες του Θεού. Αποτελούν ως «άρσεν και θήλυ», όντα αλληλοσυμπλήρωσης και αλληλοβοήθειας. Ο καθένας βλέπει στον άλλον τον εαυτό του και ταυτόχρονα ο,τι τον διακρίνει. Επωμίζονται και οι δύο το ίδιο έργο, και έχουν από κοινού την ευθύνη για τον κόσμο γύρω τους. Αυτά τα δύο μοναδικά όντα ο Θεός τα αγαπά, τα φροντίζει, τα ευλογεί.

Αλλά ενώ αυτές οι αλήθειες αποκαλύπτουν στο βάθος το αρχικό σχέδιο της θείας Σοφίας, έρχεται η πτώση των Πρωτοπλάστων, που, εκτός από όλα τα άλλα, δημιουργεί μια ρήξη ανάμεσα στον άντρα και την γυναίκα. Η γυναίκα στρέφεται προς τον άνδρα με μια επιθυμία κτητική, κι αυτός λειτουργεί έναντι της ως κυρίαρχος και εξουσιαστής. Αυτή ακριβώς η μεταπτωτική κατάσταση διαπερνά και όλα τα βιβλία της Π.Δ. Κατά τις ραββινικές παραδόσεις και τις διάφορες ερμηνείες του Νόμου, η γυναίκα θεωρείται κατώτερη από τον άντρα στην εξυπνάδα και στην ωριμότητα – κάτι σαν ισόβια «ανήλικη». Στην ερωτική ζωή λειτουργεί ως πηγή επιθυμίας. Στον χώρο της ηθικής ως απειλή. Στην θρησκευτική και λατρευτική ζωή λογίζεται ως ον ανάξιο και ακάθαρτο. Κατά την ίδια νομοθεσία μία γυναίκα αποτελεί κτήμα του συζύγου, (μαζί με τα παιδιά, τους δούλους και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία), αφού μετά τον γάμο περνά από την κυριαρχία του πατέρα στην εξουσία του άνδρα. Εύκολα μπορεί να βρεθεί στο δρόμο, χωρισμένη από τον άντρα. Ενώ αυτή δεν μπορεί να χωρίσει τον σύζυγό της, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις. Όταν κάποια αποδεικνύεται άπιστη προς τον άνδρα κατά την περίοδο του αρραβώνα, τιμωρείται με λιθοβολισμό. Και όταν η απιστία γίνεται κατά τον γάμο, με στραγγαλισμό. Ενώ για τον άνδρα υπάρχει ατιμωρησία σε ανάλογα παραπτώματα. Η πολυγαμία θεωρείται δικαιολογημένη, όπως και το δικαίωμα του άνδρα να χωρίσει την γυναίκα, αν αυτή δεν του έχει γεννήσει παιδί στα πρώτα δέκα χρόνια του γάμου. Οι ίδιοι νόμοι επιβάλλουν σ’ αυτήν «καθαρμούς» σαράντα ημερών στην περίπτωση που γεννήσει αγόρι, και ογδόντα ημερών, όταν γεννήσει κορίτσι. Απαγορεύουν σ’ αυτήν να ασκεί το ιερατικό λειτούργημα, όπως επίσης και να συμμετέχει στην λατρεία κατά τις περιόδους των γυναικείων κύκλων. Δεν της επιτρέπουν τέλος, όταν πηγαίνει στον Ναό, να στέκεται προς την πλευρά που βρίσκονται οι άνδρες.



Όμως παρόλα αυτά, στα ίδια βιβλία της Π. Δ. λάμπουν με την παρουσία τους σεβαστές γυναίκες, όπως ήταν η Σάρα, η Ρεβέκκα, η Λεία, η Ραχήλ, κατά τους εωθινούς χρόνους της ιερής ιστορίας, οι προφήτισσες Μυριάμ (αδελφή του Μωυσή) Δεββώρα, Ιαήλ, Άννα (μητέρα του Σαμουήλ), οι ελευθερώτριες Εσθήρ, Ιουδίθ. Ούτε λείπουν απ’ αυτά τα βιβλία οι έπαινοι για την γυναικεία γονιμότητα (κύριο στοιχείο καταξίωσης της γυναίκας), για την γυναικεία αξιοσύνη, την πιστότητα και αφοσίωση προς τον άνδρα, την καθαρότητα στις συζυγικές σχέσεις, την τρυφερότητα του άνδρα προς την γυναίκα. Αισθήματα που κορυφώνονται με την γυναικεία προσωποποίηση της Σοφίας και κατ’ εξοχήν με το «Άσμα Ασμάτων», αυτόν τον θαυμάσιο ύμνο της ανδρόγυνης αγάπης. Όμως η πραγματικότητα δεν έπαυε να είναι πικρή για την γυναίκα. Και απ’ αυτή την άποψη μπορούμε να εκτιμήσουμε την όλη στάση του Ιησού, όντως επαναστατική, προς τις γυναίκες

Πράγματι, ο Ιησούς, σύμφωνα με τις διηγήσεις των Ευαγγελίων, δεν αποκλείει από την αγάπη Του την γυναίκα – το αντίθετο μάλιστα. Γι’ Αυτόν εκείνο που έχει σημασία δεν είναι το φύλο, αλλά το ανθρώπινο πρόσωπο. Έτσι καλεί τις γυναίκες αδελφές Του, γιατί κι αυτές ανήκουν στην κοινότητα της Εκκλησίας. Ευσπλαχνίζεται την χήρα μητέρα της Ναΐν και ανασταίνει τον γιο της. Γιατρεύει την συγκύπτουσα της συναγωγής, γιατί είναι κόρη του Αβραάμ και ίση μπροστά στον Θεό. Εμπιστεύεται μέγιστες αλήθειες σε μια γυναίκα, την Σαμαρείτισσα (Ιω. 4, 14 εξ.), παρά τις αντίθετες αντιλήψεις της εποχής, όπου αποτελούσε πρόβλημα ακόμα και η συζήτηση με μια γυναίκα. Επιτρέπει σε γυναίκες (όπως ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, η Σαλώμη, η Σουζάνα κ. α.) όχι μόνο να Τον διακονούν (Λουκ. 8, 1) αλλά να βγαίνουν έξω από το σπίτι τους και να Τον ακολουθούν στο κηρυκτικό έργο, πράγμα αδιανόητο για ένα ραββίνο αυτής της εποχής. Και προπάντων δείχνει την ιδιαίτερη αγάπη Του σε γυναίκες του περιθωρίου, απορριμένες κοινωνικά και εξουθενωμένες, γιατί θέλει ν’ αποκαταστήσει την αξιοπρέπειά τους και ν’αποκαλύψει σ’ αυτές ότι είναι άξιες εκτίμησης εκ μέρους Του και εκ μέρους του Θεού.



Μετά απ’ αυτή την στάση του Ιησού, οι γυναίκες είναι παρούσες στην Σταύρωση και στον Ενταφιασμό˙ γίνονται αγγελιοφόροι της Ανάστασης˙ μετέχουν στο γεγονός της Πεντηκοστής, όπως η Εκκλησιαστική κοινότητα είναι συγκεντρωμένη «ομοθυμαδόν επί το αυτό» και δέχεται την φωτιά του Αγίου Πνεύματος˙ αναδεικνύονται σε προφήτισσες (οι τέσσερις κόρες του Φιλίππου), σε διδασκάλισσες (Πρίσκιλλα, Φοίβη), σε διακόνισσες, σε γυναίκες φιλανθρωπίας και αγάπης (Ταβιθά), σε μάρτυρες, μοναχές και μητέρες.



Αλλά κι ο Απ. Παύλος διακηρύττει κάτι εξαιρετικά σημαντικό για την εποχή του. Ότι στον καινούργιο κόσμο της Βασιλείας του Θεού καταργείται κάθε διάκριση – εθνική, θρησκευτική, κοινωνική – όπως κι αυτή που έχει σχέση με την γυναίκα. Όμως ο ίδιος ο Απόστολος βλέπει ότι τόσο ο κόσμος, όσο και η τότε κοινότητα της Εκκλησίας, δεν μπορούν να αντέξουν μια τέτοια ριζοσπαστική αλήθεια, κατ’ ουσία εσχατολογική. Γι’ αυτό και προσφεύγει στην οικογενειακή «ιεραρχία» της εποχής εκείνης, που ήθελε τον ανδρα « κεφαλή της γυναικός». Και στη συνέχεια περνά σ’ ένα θαυμάσιο εικονισμό άνδρα Χριστού – Εκκλησίας, άντρα – γυναίκας. Έτσι, μέσα απ’ αυτόν τον εικονισμό προβάλλεται ένα ανώτερο επίπεδο σχέσεων άντρα – γυναίκας, που ξεπερνά όλες τις σχετικές ιδεολογίες αυτής της εποχής και χτυπάει στην ρίζα κάθε μορφή αυταρχισμού, ανδρικού η γυναικείου.

Όμως παρά την ρωμαλέα στάση του Αποστόλου Παύλου, δεν αλλάζουν πολλά σχετικά με την ισοτιμία του άνδρα και της γυναίκας. Ο μύθος της ανδρικής κυριαρχίας, στο κοινωνικό υπερ – εγώ, παραμένει και μέσα στις χριστιανικές κοινότητες. Η υπερβολική «καθαρολογία» του Ιουδαϊσμού, σχετικά με τους γυναικείους βιολογικούς κύκλους, περνάει και μέσα στην Εκκλησία. Οι «γνωστικίζουσες» αντιλήψεις για τον κόσμο, το σώμα, την ηδονή (ως δημιουργήματα κατωτέρων θεϊκών δυνάμεων) όπως και κάποιες εκτροπές του ασκητισμού, καλλιεργούν ένα πνεύμα υποψίας και περιφρόνησης, εχθρότητας και φόβου προς την γυναίκα. Έτσι ορισμένοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς δεν βλέπουν την γυναίκα ως πηγή της ζωής, όπως την θέλει το θείο Σχέδιο της δημιουργίας, αλλά ως πηγή ρύπου και μολυσμού (Αποκ. 14, 4). Ως ένα δηλ. καταραμένο ον, που υπάρχει, είτε για την αποφυγή της πορνείας, είτε ως μέσο παιδοποιίας, και που η σχέση μ’ αυτό (η ερωτική – συζυγική) καθιστά τον άνθρωπο, κατά κάποιο τρόπο, ακάθαρτο

Αυτού του είδους τις αντιλήψεις, που τραυμάτιζαν την γυναικεία αξιοπρέπεια και αμφισβητούσαν την σοφία του Θεού, χρειάστηκε ν’ αντιμετωπίσουν οι Πατέρες της Εκκλησίας – όσο φυσικά η εποχή τους το επέτρεπε.. Γι’ αυτό οι Πατέρες δεν παύουν να στηλιτεύουν την τότε νομοθεσία που εξαντλούσε όλη την αυστηρότητα για τις ηθικές παρεκτροπές της γυναίκας, ενώ άφηνε στο απυρόβλητο τις απιστίες του άντρα. Να συμβουλεύουν τους άνδρες να συμπεριφέρονται με τρυφερότητα στις γυναίκες τους. Να τονίζουν με όλες τους τις δυνάμεις το «ομότιμον ανδρός και γυναικός». Ότι δηλ. ο άντρας και η γυναίκα έχουν την ίδια τιμή, αξία και δόξα, με βάση την δημιουργική πράξη του Θεού˙ το ίδιο θεϊκό αρχέτυπο, ως μία και ενιαία ανθρώπινη φύση˙ την ίδια οντολογική ταυτότητα του «κατ’ εικόνα». Και επιπλέον, ότι και τους δύο αφορά η λυτρωτική πράξη του Χριστού˙ η αναδημιουργία μέσα στην Εκκλησία˙ η από κοινού πορεία προς την ζωή, τον θάνατο και την ανάσταση.



Βέβαια, παρά τις καταπληκτικές αυτές τοποθετήσεις των Πατέρων, η ισότητα άντρα – γυναίκας σε όλα τα επίπεδα παρέμενε για τον ιστορικό Χριστιανισμό κάτι το ανέφικτο. Με αποτέλεσμα το ανθρώπινο ον να ταυτίζεται σχεδόν με τον άντρα, και η γυναικεία ύπαρξη να θεωρείται υποτιμημένη και προβληματική. Οι χριστιανοί δεν έπαυαν να τονίζουν την πνευματική ισοτιμία ανάμεσα στον άντρα και την γυναίκα. Όμως δεν μπόρεσαν να βγάλουν απ’ αυτή την χαρισματική ισοτιμία τα αναγκαία συμπεράσματα για την θέση της γυναίκας στην κοινωνική ζωή. Έτσι δεν κατόρθωσαν να κάνουν πράξη (είτε γιατί παρεξέκλιναν προς κάποιο «αγγελισμό», είτε γιατί η εποχή δεν ήταν ώριμη), αυτά που ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς είχε διακηρύξει, από τον δεύτερο αιώνα, ως συνέπειες της πνευματικής ισότητας: «η τροφή κοινή, γάμος συζύγιος, αναπνοή, οψις, ακοή, γνώσις, ελπίς, υπακοή, όμοια πάντα» (P. G 8, 260C).



Επιπλέον εκείνο που δεν μπόρεσε να δει ο ιστορικός Χριστιανισμός μέσα στους αιώνες είναι, τι ακριβώς διαφοροποιεί τον άνδρα και την γυναίκα ως ετερότητα. Ενώ δηλ. τα δύο αυτά όντα αποτελούν στον πυρήνα τους μία ενότητα (Γεν. 1,26˙ 27˙), τι είναι εκείνο το μυστηριώδες, που κάνει τον άνδρα να είναι αυτό που είναι, και την γυναίκα να στέκεται έναντί του ως ένα «άλλο πρόσωπο», πολύ κοντινό ταυτόχρονα ομως «καθαρά διαφορετικό». Οι Πατέρες της Εκκλησίας πέρασαν παράπλευρα από το υπερφυσικό μυστήριο των φύλων και το πρόβλημα της γυναικείας οντότητας. Γι’ αυτό είδαν την γυναίκα περισσότερο από ηθική η ψυχολογική άποψη, και με μέτρο πάντα τον άντρα. Όμως αυτή η άγνοια είχε ως αποτέλεσμα να ταυτισθεί ο άντρας με την δύναμη και την εξουσία (ο σοφός, ο πολεμιστής, ο κυβερνήτης) και η γυναίκα με την παιδοποιία και τους υπηρετικούς ρόλους – αυτή που φροντίζει το σπίτι, αυτή που ξεκουράζει ερωτικά τον άνδρα, αυτή που του γεννάει παιδιά.



Αλλά στην Εκκλησία υπάρχει και η Γυναίκα «η περιβεβλημένη τον ήλιον» (Απ. 12, 1). Η Εύα της Χάρης και της Σωτηρίας, η Υπεραγία Θεοτόκος. Οι Πατέρες κι οι Υμνογράφοι της Εκκλησίας έγραψαν καταπληκτικά κείμενα για το τίμιο πρόσωπό της. Γι’ αυτούς η Θεοτόκος (Γυναίκα – Μητέρα – Παρθένος) αποτελεί δόξα και τιμή για το ανθρώπινο γένος, την πιο χαριτωμένη ύπαρξη της εκκλησιαστικης ιστορίας. Όλο αυτό το μεγαλείο της Θεοτόκου δεν βρίσκεται στην βιολογική γονιμότητα, αλλά στο γεγονός ότι έγινε η Μητέρα του Θεού. Και αυτό το μέγα γεγονός και θαύμα, ότι ο Υιός του Θεού «γεννήθηκε από μία γυναίκα» (Γαλ. 4, 4) καταξιώνει στο έπακρο την γυναικεία ύπαρξη. Πρόκειται για μια μητρότητα άλλης τάξεως, που αποκαλύπτεται ως μυστική ανταπόκριση στην αγάπη του Θεού. Απ’ αυτή την άποψη, εκείνο που διακρίνει την γυναίκα, αυτό που χαρακτηρίζει την γυναικεία πνευματικότητα, είναι η δυνατότητα αποδοχής του Άλλου – του Θεού, του άντρα, του παιδιού, του συνανθρώπου. Είναι η ανέκφραστη τρυφερότητα που αγκαλιάζει και σώζει την ζωή, μ’ ένα τρόπο μυστικό, ενδόμυχο και πολύμορφο. Μια «μητρότητα» που επωάζει και «γεννά» ο,τι πιο ωραίο υπάρχει στον κόσμο ως ζωή, αμοιβαιότητα και χάρη. Γι’ αυτό και οι Πατέρες είδαν στην χαρισματική μητρότητα της Θεοτόκου (στην μυστική αποδοχή της αγάπης του Θεού) το μυστήριο της Εκκλησίας.



Βέβαια μία τέτοια «στάση» έναντι του κόσμου υπάρχει και στον άντρα, αλλά στην γυναίκα είναι κάτι το μοναδικό. Και απ’ αυτή την άποψη οι άγιοι άντρες και άγιες γυναίκες της Εκκλησίας δεν είναι όντα που περικλείονται μέσα στην βιολογικότητά τους, ούτε εξαντλούνται στους κοινωνικούς ρόλους. Είναι πρόσωπα που από την μια φανερώνουν τον εσώτατο εαυτό τους ως μυστηριακή «ετερότητα» (χαρισματικός πλούτος των δώρων του Θεού) και από την άλλη αποκαλύπτουν «την ταυτότητα δια της χάριτος» (Αγ. Μάξιμος), όταν συγκλίνουν προς το κοινό Αρχέτυπο, και γίνονται «εις εν Χριστω Ιησου»(Γαλ.3,28).Μέσα απ’ αυτή την αφατη σχέση (ταύτιση και διάκριση, κοινότητα και ετερότητα, αμοιβαιότητα και μοναδικότητα) ο άντρας και η γυναίκα αποτελούν την πιο λαμπρή και ακτινοβόλα εικόνα του Ενός και Τριαδικού Θεού



Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

28η Οκτωβρίου 1940

Θαύματα Παναγίας - Θαύμα Παναγίας στο Μπούμπεση



Ζωντανό θαύμα της Παναγίας έζησαν στον Ελληνοιταλικό πόλεμο οι στρατιώτες του 51ου ανεξάρτητου τάγματος, με διοικητή τον ταγματάρχη Πετράκη, στην κορυφογραμμή του Ροντένη, δεξιά της θρυλικής
Κλεισούρας.

Κάθε βράδυ, από τις 22-1-1941 και έπειτα, στις 9.20 ακριβώς, το βαρύ ιταλικό πυροβολικό άρχιζε βολή εναντίον του τάγματος Πετράκη και του δρόμου, απ’ όπου περνούσαν τα μεταγωγικά. Πέρασαν ημέρες
και το κακό συνεχιζόταν, δημιουργώντας εκνευρισμό και απώλειες. Τολμηροί ανιχνευτές των εμπροσθοφυλακών και αεροπόροι εξαπολύθηκαν μέχρι βαθιά στις ιταλικές γραμμές, αλλά επέστρεψαν άπρακτοι.

Δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τα ιταλικά πυροβόλα, ίσως γιατί οι Ιταλοί κάθε βράδυ τα μετακινούσαν.

Ήταν όμως απόλυτη ανάγκη να εντοπισθούν οι εχθρικές θέσεις. Ένα βράδυ του Φεβρουαρίου ακούστηκαν πάλι οι ομοβροντίες των ιταλικών κανονιών.

- Παναγία μου, φώναξε τότε ο ταγματάρχης εντελώς αυθόρμητα, βοήθησέ μας! Σώσε μας απ’ αυτούς τους δαίμονες.

Αμέσως στο βάθος πρόβαλε ένα φωτεινό σύννεφο. Σιγά-σιγά σχημάτισε κάτι σαν φωτοστέφανο. Και κάτω απ’ αυτό μερικά ασημένια συννεφάκια σχημάτισαν τη μορφή της Παναγίας, η οποία άρχισε να γέρνει
προς τη γη και στάθηκε σ’ ένα φαράγγι, ανάμεσα σε δυο υψώματα του Μπούμπεση. Το όραμα το είδαν όλοι στο τάγμα και ρίγησαν.

- Θαύμα! βροντοφώναξε ο ταγματάρχης.

- Θαύμα! Θαύμα! επανέλαβαν οι στρατιώτες και σταυροκοπήθηκαν.

Αμέσως έφυγε ένας σύνδεσμος με σημείωμα του Πετράκη για την πυροβολαρχία του Τζήμα. Σε δέκα λεπτά βρόντησαν τα ελληνικά κανόνια και σε είκοσι εσίγησαν τα ιταλικά. οι οβίδες μας είχαν πετύχει
απόλυτα τον στόχο.

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Ανατολή και Δύση…
του Αγίου Νικολάου Βελίμιροβιτς
από το βιβλίο του «Οι στοχασμοί περί τον καλόν και τον κακόν»,
Μετάφρασης από τα σερβικά Μ. Βέσκοδ

Η ΔΥΣΗ ευρίσκεται στην σπασμώδη ταραχή, ενώ η Ανατολή στην παραίτηση και την υποταγή στο πεπρωμένο.
Η ΔΥΣΗ συνεχώς τρώγει εκ του Δένδρου της Γνώσεως και αισθάνεται ολοένα και περισσότερον την πείνα δια την γνώση, η Ανατολή κάθεται κάτωθεν του Δένδρου της ζωής, άλλα δεν μπορεί να φθάση εως τον καρπόν.
Η ΔΥΣΗ έχει μανία δια την οργάνωση. Η Ανατολή έχει μανία δια τον οργανισμό.

Η ΔΥΣΗ απαύστως τακτοποιεί τα εξωτερικά πράγματα, ενώ οι εσωτερικές αξίες η μία μετά την άλλη εξαφανίζονται. Η Ανατολή απαύστως καλλιεργεί τας εσωτερικάς αξίας, καθώς αί εξωτερικοί πίπτουν και χάνονται.

Η ΔΥΣΗ κτίζει τους τερατώδεις βαβυλώνιους πύργους, άλλ’ επειδή οι πύργοι αυτοί κτίζονται από ακατέργαστο πέτρα και επειδή πάντοτε τείνουν προς μία πλευρά, ταχέως καταρρέουν η Ανατολή εν ιδρώτι κατεργάζεται «πέτρα την πέτραν» και κατάφερε να κατεργασθεί τας ωραιότερος πέτρας, όμως, καθόλου δεν ημπορεί να τας συναρμολόγηση σε ένα οικοδόμημα.

Στην Δύση καλλιεργούνται τα πράγματα και τα πράγματα λάμπουν, καθώς ο άνθρωπος ολοένα και περισσότερον εξαγριώνεται και σκεπάζεται με το σκότος.
Στην Ανατολή καλλιεργούνται μόνον μερικοί άνθρωποι και αυτοί λάμπουν, καθώς τα πράγματα είναι ξεχασμένα στον αγριότοπο και μεγαλώνουν εκει εντός των ζιζανίων.

Η ΔΥΣΗ πιστεύει πρωτίστως εις τα έργα του ανθρώπου, έπειτα εις τα έργα του Θεού και τελικώς εις τον Θεόν. Η Ανατολή πιστεύει εις τον Θεόν, αλλά εκμηδενίζει τα έργα του Θεού και απορρίπτει τα έργα του ανθρώπου. Δια τούτο ή ΔΥΣΗ δεν έχει την ενότητα, ούτε μπορεί να φθάση μέχρι την ενότητα, διότι ή ενότητα υπάρχει μόνον εν Θεώ. Ούτως η Ανατολή έχει την ενότητα εσωτερική, αλλά δεν θέλει να την εφαρμόσει και στα εσωτερικά. Δια τούτο τόσον συχνά ή δραστηριότητα της Δύσεως μετατρέπεται στον πόλεμο και την ειρήνη και της Ανατολής εις στην παραίτηση και την υποταγή στο πεπρωμένο.

Διατί όλα γίνονται ούτω διερωτάσαι, παιδί μου;

Επειδή η ΔΥΣΗ δεν μπορεί να δεχθεί τον Χριστόν, και επειδή η Ανατολή δεν ημπορεί να δεχθεί τον Ιησούν.

Η επειδή η ΔΥΣΗ ανεγνώρισε τον άνθρωπον και δεν αναγνωρίζει τον Θεόν, ενώ η Ανατολή ανεγνώρισε τον Θεόν και δεν αναγνωρίζει τον άνθρωπον.

Δια τούτο η ΔΥΣΗ ευρίσκεται στην σπασμώδη ταραχή και η Ανατολή στην παραίτηση στο πεπρωμένο. Καθώς ό Ιησούς Χριστός απλώνει και τα δικά του χέρια, δια να εναγκαλιστεί εις μίαν αγκάλη και την Ανατολή και την Δύση, αλλά δεν μπορεί. Δεν μπορεί να εναγκαλιστεί την Ανατολή, λόγω της νιρβάνας, ούτε την Δύση λόγω των ξιφών.
Ιδού η Ανατολή και η ΔΥΣΗ είναι στην ψυχή σου. Ο σπασμός και η παραίτησης είναι σπόροι στον ίδιο αγρό. Το Δένδρον της Γνώσεως και το Δένδρον της Ζωής μεγαλώνουν το ένα πλάι εις το άλλο. Η Ανατολή και η ΔΥΣΗ συγκρούονται εις έκαστον άνθρωπον. Και δεν σημαίνουν την συγκατοίκησιν, αλλά την σύγκρουσιν. Εάν η Ανατολή και η ΔΥΣΗ σήμαιναν την συγκατοίκηση και όχι την σύγκρουση, στον άνθρωπον θα βασίλευεν η ειρήνη, ως και εις τον κόσμον τότε εις την θέση τής σπασμώδους ταραχής και της παραιτήσεως στο πεπρωμένο θα ήσαν άλλες δυνάμεις, θετικές και ήπιες.
Γνώρισε το Δένδρον της Ζωής και θα θεραπευθείς από τάς ασθενείας και της Δύσεως και της Ανατολής.

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Ο Κινέζος, ο Θεός και η μοναξιά...






Στο τελευταίο μου ταξίδι στο Άγιον Όρος επισκέφθηκα την Μονή Σίμωνος Πέτρας. Μεγαλόπρεπο μοναστήρι γεμάτο μπλε ουρανού. Εκεί συνάντησα έναν χαριτωμένο δόκιμο μοναχό από την Κίνα. Με ξάφνιασε αλήθεια η παρουσία του. Ράσο ορθόδοξο σε έναν Κινέζο. Αισθάνθηκα κάπως. Δεν είχα δει ποτέ από κοντά. Μονάχα από φωτογραφίες της ιεραποστολής. Φορέας μιας μεγάλης πολιτισμικής παράδοσης και να ασπάζεται τον Χριστιανισμό; Μπήκα τόσο εγώ όσο και η παρέα μου στην περιέργεια να τον ρωτήσουμε.

-Αδελφέ πως και εσύ ένας Κινέζος, μέσα από μια τέτοια μεγάλη πολιτισμική παράδοση ασπάστηκες τον ορθόδοξο χριστιανικό μοναχισμό. Ήσουν βουδιστής;


-Ναι βέβαια, βουδιστής ήμουν.

-Τότε τι σε κέρδισε στο Χριστιανισμό;

-Η Θεϊκή παρέα!!!

-Ορίστε;

-Ναι ναι πάτερ χαχαχαχα, γέλασε, μια και οι Κινέζοι στις τρεις λέξεις που σου λένε, γελάνε στις δύο. Στο βουδισμό πάτερ μου, είσαι πάρα μα πάρα πολύ μόνος. Δεν υπάρχει Θεός. Όλος ο αγώνας γίνεται από εσένα. Μόνος με τον εαυτό σου, με το εγώ σου. Είσαι απόλυτα μόνος σε αυτή την πορεία. Πολύ μοναξιά πάτερ. Εδώ όμως έχεις βοηθό, συμπαραστάτη, συνοδοιπόρο τον Θεό. Έχεις κάποιο που σε αγαπάει και ενδιαφέρεται για σένα. Νοιάζεται ακόμη και όταν εσύ δεν το καταλαβαίνεις. Του μιλάς. Του λες τι αισθάνεσαι, τι εσύ θα ήλπιζες, υπάρχει σχέση.

Πραγματικά σπουδαία απάντηση και σημαντικό βίωμα. Ωστόσο αισθάνθηκα καλύτερα αυτή την απάντηση, αυτή την τοποθέτηση, αυτές τις μέρες. Ένα σοβαρό κρυολόγημα με έριξε στο κρεβάτι. Κανείς γιατρός δεν μου έβρισκε τίποτα. Κλινική εικόνα πεντακάθαρη, τουλάχιστον οι γιατροί δεν έβλεπαν κάτι. Ωστόσο οι πόνοι ήταν αφόρητοι και μάλιστα κανένα μα κανένα παυσίπονο δεν μπορούσε να τους σταματήσει. Άλλαξα τρία διαφορετικά παυσίπονα και όμως ο πόνος δεν ησύχαζε.

Συγχρόνως έφτασαν και τα νέα ότι ο αδελφός του πατέρα μου, του οποίο και το όνομα φέρω, έχει καρκίνο σε προχωρημένη μορφή στις φωνητικές χορδές και στο λάρυγγα. Τουτέστιν Λαρυγγεκτομή και ότι άλλο προκύψει. Χρόνια βλέπεις κατανάλωση αλκοόλ και τσιγάρου. Γενικότερα άσχημη ζωή, δίχως καμιά ποιότητα.

Τότε αισθάνεσαι αυτό που μου είπε ο μικρός πρώην βουδιστής και νυν χριστιανός μοναχός στο Αγιον Ορος, ότι έχεις ανάγκη να υπάρχει ένας Θεός που να μπορείς να του μιλάς. Να νιώθεις, να αισθάνεσαι ότι κάποιος εκτός του εαυτού σου σε ακούει.

Δεν ξέρω εάν είναι λάθος ή σωστό. Ξέρω όμως ότι είναι βαθιά ανάγκη του ανθρώπου. Και τούτο πιστοποιείται από την ίδια την ζωή. Ακόμη και αυτοί οι βουδιστές που είναι μη θεϊστική θρησκεία, δημιούργησαν διάφορες θεότητες. Έστω και σε ονειρική γλώσσα και κόσμους. Ωστόσο έχουν την ανάγκη αναφοράς σε κάποιον, σε κάτι, κάποιον πέρα, έξω από αυτούς, έστω και ονειρικά. Άλλωστε η πραγματικότητα, η αλήθεια είναι κάτι πολύ σχετικό και έτσι θα παραμείνει. Αίνιγμα, μυστήριο.

Τότε θυμήθηκα τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, ευαίσθητης και μελαγχολικής φύσης που έλεγε: όταν δεν είσαι ή δεν αισθάνεσαι καλά Μίλα. Μίλα και ας είναι και στο αέρα

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Χουάν Αρίας – Ο Θεός στον οποίο δεν πιστεύω.




Ο Θεός στον οποίο δεν πιστεύω.


Δεν θα πιστέψω ποτέ στο Θεό
που καταδικάζει την ύλη...
Σ' ένα Θεό μαζοχιστή.
Σ' ένα Θεό που απαγορεύει τις ανθρώπινες χαρές...
Στο Θεό που ευλογεί τους νέους Κάϊν της γης ή εμπνέει φόβο.
Στο Θεό καλοκάγαθο "παππού" που ανέχεται τα πάντα.
Στο Θεό που "ξεχωρίζει"μια Εκκλησία,ένα Έθνος,ένα πολιτισμό,μια φυλή,αποκλείοντας όλα τα άλλα...
Στο Θεό -Κριτή που δικάζει με το νόμο στο χέρι...
Στο Θεό που εξαντλούν οι φιλοσοφικές θεωρίες...
Στο Θεό που καταλαβαίνουν μονάχα οι ώριμοι,
οι σοφοί και συστηματικοί.
Στο Θεό που τιμούν όσοι τρέχουν στις εκκλησίες,ενώ εξακολουθούν
να κλέβουν με τέχνη και να συκοφαντούν.


Στον απρόσωπο Θεό των γραφείων των θεολόγων
και των νομομαθών.
Στο Θεό που αρέσκεται στη «φιλανθρωπία»
όσων δεν τηρούν την δικαιοσύνη...
Στο Θεό που καταδικάζει τη σεξουαλικότητα.
Στο Θεό -εκδικητή...
Στο Θεό – όπιο της παρούσας ζωής
και ελπίδα μόνο μιας μεταθανάτιας ύπαρξης.
Στο Θεό του οποίου οι μαθητές αδιαφορούν για τον κόσμο
και την ιστορία.
Στο Θεό που νομίζουν ότι αγαπούν
όσοι δεν αγαπούν κανένα...
Στο Θεό όσων προσεύχονται
για να εργάζονται άλλοι...
Στο Θεό που δεν είναι αγάπη
ούτε μεταδίδει αγάπη...
Δεν πιστεύω στο Θεό στον οποίο
δεν μπορώ να ελπίζω
τη στιγμή που χάνονται όλες οι άλλες ελπίδες μου.
Ναι! Ο Θεός μου είναι ένας Θεός αλλιώτικος!

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2011

 Ο γέροντας και τ’ άλογο – Τι είναι καλό και τι κακό;



Κάποτε ζούσε σ’ ένα χωριό κάποιος φτωχός γέροντας, ο οποίος είχε ένα όμορφο άλογο που τον βοηθούσε στις γεωργικές του ασχολίες και το οποίο ήταν τόσο όμορφο και δυνατό, ώστε ήταν γνωστό σε όλη τη γύρω περιοχή.
Κάποια μέρα, ένας πρίγκιπας που εντυπωσιάστηκε από τη φήμη και το παρουσιαστικό του αλόγου, θέλησε να το αγοράσει, προσφέροντας στον γέροντα ένα υπέρογκο ποσό. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να πουλήσει το αγαπημένο του άλογο, µε το οποίο
είχε δεθεί τόσα χρόνια, και επέστρεψε στο χωριό του.
-“Μα καλά είσαι ανόητος;” ρωτούσαν οι συγχωριανοί του. “Πούλα το άλογο για το καλό σου, θα πιάσεις πολλά χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένος!”
-“Ααα, εμένα το άλογο με βοηθά στην εργασία μου.. Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό;” απαντούσε ο γέροντας, “Μόνο Ο Θεός το ξέρει!”
Οι μέρες περνούσαν και το άλογο παρέμενε αχώριστη συντροφιά του γέροντα. Ένα πρωί ξύπνησε και είδε ότι το άλογό του είχε φύγει.

Οι συγχωριανοί του μαζεύτηκαν για να του εκφράσουν τη λύπη τους:
-“Τι μεγάλο κακό που σε βρήκε, τώρα ποιος θα σε βοηθά στις δουλειές σου; Ήσουν ανόητος που δεν πούλησες το άλογο.
Τώρα δεν έχεις ούτε τα χρήματα, ούτε το άλογο”.
Ο γέροντας με τη χαρακτηριστική ηρεμία του απαντούσε:
-“Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό; Μόνο Ο Θεός το ξέρει!”
Οι χωριανοί απομακρύνονταν νομίζοντας ότι του γέρου του έχει σαλέψει..
Ύστερα από λίγες μέρες το άλογο επέστρεψε στη μάντρα του γέροντα, μαζί µε μερικά άλλα πανέμορφα άγρια άλογα που είχε συναντήσει στο δάσος.

Μαζεύτηκαν ξανά οι συγχωριανοί και του έλεγαν:
-“Τι τυχερός που είσαι! Σου έτυχε μεγάλο καλό, αφού τώρα έχεις περισσότερα άλογα να σε βοηθούν.”
Ο γέροντας τους απάντησε:
-“Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό.. Μόνο Ο Κύριος γνωρίζει! Πάντως, είμαι ευχαριστημένος που το άλογό μου γύρισε.”
Οι συγχωριανοί του τον κοιτάζανε πάλι περιφρονητικά.

Μετά από λίγες μέρες, ο γιος του, καβαλικεύοντας ένα από τα άλογα, έπεσε κι έσπασε τα πόδια του, μένοντας ανήμπορος.
Μαζεύτηκαν πάλι οι χωριανοί λέγοντας:
-“Τι κακό που σε βρήκε! Με τα άλογα που ήρθαν, έχασες τελικά το δεξί σου χέρι στις δουλειές – τον γιο σου – που υποφέρει τώρα από τους πόνους και ίσως υποφέρει για όλη του τη ζωή.”
Ο γέρος απαντούσε πάλι:
-“Ποιος ξέρει … μόνο Ο Θεός γνωρίζει τι είναι καλό και τι κακό!”
Δεν πέρασε μια βδομάδα από αυτό το ατύχημα και μια γειτονική χώρα κήρυξε τον πόλεμο στη χώρα του. Πέρασε, λοιπόν, και από την πόλη του ο στρατός και επιστράτευσε όλους τους νέους άντρες της πόλης. Δεν πήραν, φυσικά, τον γιο του, που είχε σπασμένα πόδια, κι έτσι δεν έλαβε μέρος στις άγριες μάχες που ακολούθησαν.
Ήρθαν πάλι οι συγχωριανοί και έλεγαν:
-“Είσαι πολύ τυχερός, αφού οι γιοι όλων μας πάνε να σκοτωθούν στον πόλεμο, ενώ εσύ θα έχεις τον γιο σου πάντα κοντά σου.”
Και ο γέροντας τούς απάντησε με τρυφερότητα:
-“Εμείς οι άνθρωποι δεν ξέρουμε ποτέ αρκετά, για να κρίνουμε αν κάτι είναι ευλογία ή συμφορά. Ακόμη αδελφοί μου δεν το καταλάβατε: Μόνο Ο Θεός γνωρίζει το καλό και το κακό μας!!”

Πρέπει λοιπόν να δείχνουμε απόλυτη εμπιστοσύνη Στον Θεό μας, όχι στα λόγια αλλά έμπρακτα! Υπάρχει άραγε περίπτωση αν αφεθούμε όπως ένα μικρό παιδί στο Θέλημά του, να νιώσουμε ποτέ θλίψη, άγχος , στενοχώρια;





 

Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

"Περί Ουράνιας Ιεραρχίας"





Οι άγγελοι, είναι όντα ανώτερα, λειτουργικά, δημιουργημένα από τον θεό, που εμείς δύσκολα κατανοούμε, αλλά που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας.

Είναι προορισμένοι να γίνονται οι κήρυκες του Υψίστου, οι οδηγοί των ανθρώπων, οι φύλακες, οι σοφοί σύμβουλοι, οι προστάτες, αλλά και αυτοί που μας παρηγορούν και μας συμπαραστέκονται από την πρώτη στιγμή της γέννησης μας ως την ύστατη του τάφου μας.

Οι άγγελοι είναι καθαρά πνεύματα. Δεν τα περιορίζει ούτε χρόνος, ούτε χώρος, δεν έχουν ηλικία, ούτε νεότητα, ούτε γηρατειά, αλλά μια ζωή σε όλη την πληρότητα της. Δεν μπορούμε να τους δούμε με τα σωματικά μας μάτια, δεν μπορούμε να έχουμε ούτε καν μια
σκιερή εικόνα της μεγαλοσύνης και της ισχύος τους. Εμείς οι θνητοί δεν καταλαβαίνουμε την ελευθερία των ουρανίων αγγέλων και την έκταση του νου τους, λόγω του υλικού εγκεφάλου που διαθέτουμε. Είναι κρυστάλλινα καθαροί, δεν γνωρίζουν πόνο ή δυστυχία, δεν δοκιμάζουν αμφιβολίες ή φόβους, δεν ανήκουν ούτε σε αρσενικό ούτε σε θηλυκό γένος, έχουν τέλεια ομορφιά, αγάπη, ζωή και ενεργητικότητα.

Για να τους ανακαλύψουμε απαιτείται υπερβατική γνώση της μυστικής θεολογίας, ταπεινότητα, και κοίταγμα επάνω και πέρα και ταυτόχρονα πολύ κοντά μας, γιατί ο άγγελος της ψυχής μας στέκεται εδώ, δίπλα μας. Ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης μας εξηγεί ότι δεν είναι δυνατόν ο ανθρώπινος νους να υψωθεί προς εκείνη την άυλη μίμηση και θεωρία των ουρανίων ιεραρχιών, αν δεν χρησιμοποιήσει την αρμόδια σ' αυτόν υλική χειραγώγηση. Πρέπει δηλ. να σκεφτεί τα ορατά κάλλη ως απεικονίσματα της αόρατης ωραιότητας και τα υλικά φώτα, εικόνα της άυλης φωτοδοσίας και όσα άλλα έχουν παραδοθεί υπερκόσμια στις ουράνιες υπάρξεις και με σύμβολα σ' εμάς.

Ουράνιες διακοσμήσεις κατά Διονύσιο Αρεοπαγίτη

Ο Άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης κατανέμει τις ουράνιες δυνάμεις σε μια ιεραρχία. Κατά την άποψη μας, λέει, η ιεραρχία είναι ιερή τάξη, γνώση και ενέργεια που είναι κατά το δυνατόν αφομοιωμένη προς τη θεία ομοιότητα και οδηγείται προς τη θεία μίμηση ανάλογα με τη δεδομένη από τον θεό έλλαμψη. Σκοπός της Ιεραρχίας είναι η κατά το δυνατόν αφομοίωση με τον θεό. Κάθε πρόσωπο που ανήκει σε μια ιεραρχία γίνεται τελειότερο σύμφωνα με τη δύναμη μίμησης που έχει. Γίνεται δηλαδή «συνεργός θεού».

Ο Διονύσιος ταξινομεί τους Ουράνιους Νόες σε τρεις τριάδες και σε κάθε τριάδα υπάρχουν τρεις τάξεις Νοών, των οποίων τα ονόματα έχουν σχέση με τις θείες ιδιότητες. Οι αγγελικές τάξεις μεταδίδουν το Φως η μια στην άλλη, έως ότου φτάνει σε μας και μας φωτίζει σύμφωνα με τις διάφορες ικανότητες μας. Οι ουράνιοι άγγελοι έχουν κατ' ευθείαν σχέση με καθεμία ψυχή ξεχωριστά. Με τη δική τους βοήθεια το πνεύμα του ανθρώπου ελευθερώνεται από τα υλικά δεσμά και γνωρίζει την πραγματική αιτία της ύπαρξης. Όσο περισσότερο φωτίζεται η ψυχή, τόσο πιο πολύ βρίσκει τον σκοπό της ύπαρξης της και έρχεται εγγύτερα στον τελικό στόχο της, το καθ' ομοίωσιν.

Πρώτα έρχονται οι ουράνιες υπάρξεις που βρίσκονται πάντα γύρω από τον θεό και που έχουν ενωθεί πολύ στενά μαζί του. Είναι οι πανάγιοι Θρόνοι και τα πολυόμματα και πολύπτερα Χερουβείμ και Σεραφείμ. Αυτή η τριαδική διάταξη είναι η πρώτη Ιεραρχία. Από αυτήν δεν είναι άλλη περισσότερο όμοια με τον θεό και τόσο άμεσα κοντινή στους πρώτους φωτισμούς της θεότητας.

Το όνομα των πανύψηλων Θρόνων σημαίνει την αυστηρή εξαίρεση τους από κάθε χαμόσυρτη ταπεινότητα. Έχουν στηθεί κοντά στον αληθινά Ύψιστο, είναι δεκτικοί της θεϊκής επιφοίτησης, έτοιμοι να δεχτούν ως υπηρέτες τις θείες εντολές.

Το όνομα των Σεραφείμ σημαίνει αυτούς που καίουν ή όσους θερμαίνουν. Υποδεικνύει τη θερμότητα και την οξύτητα και την υπερβολική φλόγα της πλησιέστατης και ανυποχώρητης και αταλάντευτης αεικινησίας τους, αλλά και την ανυψωτική και έντονη δύναμη να αφομοιώνουν τα κατώτερα καθώς τα ξαναθερμαίνουν και τα ξαναφλογίζουν προς την ίδια με τη δική τους θερμότητα.

Η ονομασία Χερουβείμ σημαίνει πλήθος γνώσης ή διάχυση σοφίας. Δηλώνει τη γνωστική και θεοπτική τους ικανότητα, τη δεκτικότητα που έχουν της υπέρτατης φωτοδοσίας και την ικανότητα να θεωρούν τη θεϊκή ομορφιά, ενώ τα ίδια, γεμάτα από τη σοφία που έλαβαν, τη μεταδίδουν στα δεύτερα τους με τη διάχυση της σοφίας που τους δωρήθηκε.

Δεύτερη διάταξη είναι αυτή που αποτελείται από τις Εξουσίες, τις Κυριότητες και τις Δυνάμεις. θεωρούνται οι κυρίαρχοι του διαστήματος και των άστρων. Ο δικός μας πλανήτης, κατά συνέπεια, ως μέρος του σύμπαντος, βρίσκεται κάτω από τη δική τους κυριαρχία. Δεν έχουμε όμως άμεση επαφή με το δεύτερο χορό των αγγέλων. Η ενδιάμεση τούτη διάταξη των θείων πνευμάτων καθαίρεται, φωτίζεται και τελεσιουργείται από τους θεαρχικούς φωτισμούς που δίνονται σ' αυτήν μέσω της πρώτης ιεραρχικής διάταξης.

Τρίτη, τέλος, των ουράνιων ιεραρχιών είναι η διάταξη των Αρχών, των Αρχαγγέλων και των Αγγέλων.

Η τελευταία αυτή τριάδα έχει τη γη μας κάτω από την ιδιαίτερη φροντίδα της και προστασία. Είναι ο ιεκτελεστές του θελήματος του θεού, οι διαρκείς φύλακες των τέκνων του και οι αγγελιαφόροι του. Οι Αρχάγγελοι έχουν έντονη ατομικότητα και αποτελούν ένα ιδιαίτερο τάγμα ουρανίων πνευμάτων, τα οποία συνδυάζουν και τη φύση των Αρχών και τη φύση των Αγγέλων. Στην Αγία Γραφή αναφέρονται τα ονόματα 3 από αυτούς.

Μιχαήλ: (ποιος ομοιάζει με τον θεό;) Κορυφαίος των ουρανίων πνευμάτων. Αυτός που νίκησε τον Δράκοντα και τον πέταξε από τον Παράδεισο.

Γαβριήλ: (ο ήρωας του θεού) που εμφανίστηκε στη Θεοτόκο

Ραφαήλ: (ο Κύριος θεραπεύει) Είναι ο επικεφαλής στους φύλακες αγγέλους. Αυτός που μεταφέρει τις προσευχές μας στον Κύριο, ο άγγελος των καλών πράξεων, της θεραπείας και ο προστάτης όσων ταξιδεύουν.

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Η ΜΟΝΑΞΙΑ

Τις περισσότερες φορές ζώντας μέσα στην μοναξιά και την απόρριψη, στην ερήμωση και στην λησμονιά της ανθρώπινης παρουσίας, στρέφουμε την οργή μας σε εκείνους που μας εγκατέλειψαν. Στην αδιαφορία της κοινωνίας. Στην αναλγησία και την σκληροκαρδία των ανθρώπων. Αυτή είναι η εύκολη λύση. Να επιλέγουμε την αναζήτηση ευθυνών έξω από εμάς. Στους άλλους. Άλλωστε πάντα φταίνε οι άλλοι. Η κακή κοινωνία. Οι εποχές και οι άνθρωποι που άλλαξαν.
Άλλοτε φοράμε το κουστούμι του θύματος, και ανεβαίνοντας στο σανίδι της ψυχής, υποδυόμαστε τον ρόλο του μεγάλου αδικημένου. Εκείνου που πάντα αδικείται. Που αγαπάει αλλά δεν αγαπιέται. Που προσφέρει ανιδιοτελώς ενώ πάντες τον εκμεταλλεύονται. Που σταυρώνεται για τους άλλους την στιγμή όπου άπαντες του προσφέρουν χολή και όξος. Και το παιγνίδι του ψυχισμού μας δεν έχει τέλος. Γιατί όλα αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα άρρωστο παιχνιδάκι, ενός μωρού που δεν θήλασε σε στήθη αγάπης, όταν έπρεπε και όσο έπρεπε.
Ωστόσο όποια κι αν είναι η αιτία που ο ψυχισμός μας υποδύεται ρόλους επαιτώντας με άρρωστο τρόπο μια ματιά, πρέπει κάποια στιγμή να ωριμάσουμε. Να σιωπήσουμε την εγωπαθή φλυαρία. Τα υπαρξιακά μοιρολόγια. Την θυματολογία και την αναζήτηση ή κατασκευή «βαρβάρων», και να ομολογήσουμε στο εαυτό μας την αλήθεια.
Ναι φταίω και εγώ για την μοναξιά μου. Πολλές φορές μπορεί να φταίω μονάχα εγώ. Γιατί απομάκρυνα από κοντά μου όλους εκείνους που με είχαν πλησιάσει. Δεν άφησα να έρθουν κάποιοι άλλοι και εκείνοι που το θέλησαν τους εκδίωξα με τον τρόπο μου.
Δεν φτάνει να λέμε ότι θέλουμε να μας αγαπάνε. Πρέπει να το αντέχουμε. Γιατί η αγάπη είναι ζωή. Και η ζωή είναι η μέγιστη τέχνη που δυστυχώς δεν την γνωρίζουμε όλοι επιτυχώς.
Δεν φτάνει να λέμε ότι δεν μας αρέσει η μοναξιά, πρέπει ώριμα να βαστάζουμε την παρουσία του άλλου.
Δεν αρκεί να διακηρύσσουμε την επιθυμία μας να υπάρχει ο άλλος στην ζωή μας. Πρέπει να του κάνουμε χώρο για να υπάρξει. Να τον συγχωρήσουμε μέσα μας. Να του δώσουμε το χώρο του.
Τις περισσότερες φορές η μοναξιά μας είναι ο καρπός των επιλογών μας. Των ιδιορρυθμιών μας, των παραξενιών μας, των εγωισμών μας, των αδεξιοτήτων μας, γενικότερα της αστοχίας μας να υπάρξουμε ως ολοκληρωμένες προσωπικότητες.
Ο παραλυτικός του ευαγγελίου που 38 χρόνια δεν είχε άνθρωπο να τον βοηθήσει ώστε να μπει στα νερά της κολυμβήθρας του Σιλωάμ και να θεραπευτεί, αντιμετωπίζεται από τον Χριστό ως ο μόνος υπεύθυνος της κατάστασης του. Γι αυτό και στο τέλος όταν εκείνος πλέον φεύγει θεραπευμένος ο Ιησούς του θυμίζει με νόημα «πρόσεχε, γιατί αν ξανακάνεις τα ίδια λάθη( αν ζήσεις με τον ίδιο τρόπο ζωής) θα πάθεις χειρότερα».
Για τον Χριστό η σωματική ασθένεια και η κοινωνική περιθωριοποίηση του παραλυτικού, δεν οφείλεται στην κακία των ανθρώπων και την αδιαφορία της κοινωνίας. Αυτό είναι το εύκολο και αξόδευτο συμπέρασμα. Ο Χριστός βλέποντας πίσω από το προφανές αναγνωρίζει τις προσωπικές ευθύνες, το λανθασμένο τρόπο ζωής του παραλυτικού ως την μόνη κυρίαρχη αιτία της οδυνηρής πραγματικότητας του.
Είναι ο τρόπος ζωής μας που επιφέρει την οδύνη. Η αν θέλετε καλύτερα την μεγεθύνει, την πολλαπλασιάζει.
Όσο θα αναζητούμε τις ευθύνες τις μοναξιάς μας και της τραγικότητας του βίου μας στους άλλους, στο κακό κόσμο και τους κακούς άδικους ανθρώπους, τόσο το ρήγμα εντός μας θα βαθαίνει. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που στο τέλος θα χαθούμε μέσα στα αχανή σκοτάδια του.

Πλευρές της σύγχρονης εκκλησιαστικής και πνευματικής κατάστασης των χριστιανών

Ένα καυστικό ποίημα του Μητροπολίτη Προικοννήσου Ιωσήφ που ακτινογραφεί πλευρές της σύγχρονης εκκλησιαστικής και πνευματικής κατάστασης ημών των χριστιανών, κληρικών και λαϊκών.
   Άραγε εντοπίζουμε τον εαυτό μας στα σημαίνοντα του ποιήματος;






Ἀστακομακαροναδονηστεύουμε,
Χριστέ μου,
ἀραχτοξαπλοπροσευχόμαστε.
ἐργοτεχνοθαυμάζουμε τὸ κάλλος
τῆς εἰκόνος Σου,
τουριστομοναστηροπροσκυνοῦμε,
ἀνοιχτοσφιξοχέρικα πενταροδεκαροελεοῦμε,
τσιγαροφραπεδοθεολογοῦμε,
πονηροματοκλεινοηθικολογοῦμε,
μεταξορασοασκητεύουμε,
σοουμπιζιερατεύουμε,
σατραποπασαδαρχιερατεύουμε,
ἱεροεξεταστικοκηρύττουμε,
κινητοτηλεφωνοδιαποιμαίνουμε,
ἐν διαδικτύῳ θαλαττεύομε,
ἐν τηλοψίᾳ ἄρρητα κάλλη
μυδριοφθάλμως ἐξετάζοντες
τὸν νοῦν μας νεονηπτικώτατα τηροῦμε!
Ὅλα, ὅλα τὰ κάνουμε d’ accord,
μεταπατερικῶς, κατὰ πὼς πρέπει!
Γιατί καθυστερεῖς, λοιπόν,
τὸν ἀποκείμενον τῆς δόξης στέφανον,
τὸν ἀμαράντινον,
σ’ ἐμᾶς τοὺς στενοδίτας Σου
ἀγωνιστὰς νὰ ἀποδώσῃς;;;
Pourquoi???

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΥΝΔΙΝΟ ΝΑ ΜΙΛΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟ

Ο στάρετς παπα-Ιάκωβος(Τατιάνας Γκορίτσεβα)


απόσπασμα από το βιβλίο:Είναι επικίνδυνο να μιλάς για τον Θεό
Οι στάρετς είναι πραγματικοί ιατροί. Δεν προφέρουν ποτέ μάταια λόγια στοργικά, δίνουν ένα φάρμακο, συχνά πικρό, αλλά πάντοτε αποτελεσματικό. Κανένας δεν φεύγει από έναν στάρετς, με απελπισία, ούτε με θλίψη. Φεύγει από κοντά του παρηγορημένος, μ’ ένα ακτινοβόλο και ξανανοιωμένο πρόσωπο.
Δεν είναι μόνον η πνευματική σοφία που επιδρά, αλλά και η δύναμη της προσευχής τους, η δύναμη της θετικής και άμεσης αγάπης που γίνεται αισθητή αμέσως από τον καθένα, όπως επίσης και η απεριόριστη εμπιστοσύνη που τους δίνει ο λαός. Χιλιάδες άνθρωποι στην Ρωσία ζουν με την ανάμνηση της συνομιλίας τους μ’ έναν στάρετς και με τις συμβουλές που τους έδωσε. Ο στάρετς είναι μια εικόνα του Θεού. Ακόμα και μια φορά να τον δη κανείς, καταλαβαίνει ότι δεν είναι πια δυνατόν να ζήσει όπως πριν, ότι εις το εξής ολόκληρη η ύπαρξη θα εκτιμάται σε σχέση μ’ αυτή την ομορφιά, μ’ αυτό το φως της χάριτος. Η αγιότητα στους στάρετς, γίνεται μια απαίτηση κι ένα κάλεσμα.
Η φίλη μου είπε μια φορά: «Εάν ο στάρετς Ιάκωβος είναι έτσι, τότε πως πρέπει να είναι ο Χριστός!»
Ένα τεράστιο πλήθος, ανθρώπων ακολουθούσε τον παπα-Ιάκωβο που λουζόταν από το φως της αγάπης όπου κι αν εμφανιζόταν. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η ταπείνωση; Ο στάρετς Ιάκωβος λέει συχνά για τον εαυτό του: «Είμαι ένα χαλάκι όπου οι άνθρωποι σκουπίζουν τα πόδια τους». Κι ακόμα: «Προσπαθώ συνέχεια να σκαρφαλώσω στον πάγκο και ξαναβρίσκομαι από κάτω. Αλλά ξαναπροσπαθώ, δεν κουράζομαι».
Ο παπα-Ιάκωβος είχε πολύ ευρύ πνεύμα. Εγώ κι άλλοι πιστοί διανοούμενοι, συνηθισμένοι να είμαστε ανεκτικοί και να μην εκπλησσόμεθα ποτέ με τίποτα, ξαφνιαστήκαμε από αυτήν την ευρύτητα των κρίσεων των στάρετς, που δεν έχει κανένα κοινό σημείο με το φιλελευθερισμό ούτε με την αδιαφορία. Μια τέτοια ευρύτητα απόψεων κι ένα τέλειο θάρρος ήταν φανερά το αποτέλεσμα της εσωτερικής ηρεμίας, της δυνάμεως και της εμπιστοσύνης στο Θεό.
Ο στάρετς ήταν πολύ οικτίρμων. Θυμάμαι πως μια φορά μετά την ακολουθία στην εκκλησία της κοιμήσεως, είχαμε σχηματίσει μια μεγάλη ουρά περιμένοντας να δεχτούμε την αγία του ευλογία και να του φιλήσουμε το χέρι. Εκείνη τη στιγμή μπήκε ένας άνδρας στην εκκλησία. Ήταν ένας γνωστός μου, που μόλις είχε έρθει στο Πετσόρι με το λεωφορείο. Εγώ ήξερα καλά τη δύσκολη ζωή του. Μόλις είχε τραβηχτεί από έναν κόσμο όπου άφηνε άλυτα δράματα στην οικογένεια του και στη δουλειά του. Το νέο και κουρασμένο πρόσωπο του Νικόλα είχε την έκφραση μιας καταστροφής. Έμοιαζε χαμένος. Μεγάλη ήταν η αντίθεση αυτού του προσώπου και των άλλων που ήσαν ήρεμοι και ειρηνικοί μετά από μια μεγάλη ακολουθία.
Ο Νικόλαος, αναποφάσιστος, πιάνει θέση στην άκρη της ουράς για να ζητήσει ευλογία από τον στάρετς, αλλά ο ίδιος ο στάρετς τον προσέχει αμέσως, τον πλησιάζει, τον αγκαλιάζει (είναι η πρώτη φορά που τον βλέπει), τον φιλά στο μέτωπο, στα μάγουλα, στο λαιμό. Μόνον μια μητέρα μπορεί να χαϊδέψει έτσι ένα παιδί της που υποφέρει. Ο στάρετς ρωτά το Νικόλα από που ήρθε και πότε θα μπορέσει να περάσει για εξομολόγηση.
Όταν θυμάμαι αυτή τη σκηνή, η απαίδευτη καρδιά μου μου φαίνεται πέτρινη, χονδροειδής. Στη συνέχεια είχα, εγώ η ίδια την εμπειρία της αγάπης του στάρετς. Μετά από μια συνομιλία μαζί του αποκόμισα μια αίσθηση συμφιλιώσεως χωρίς όρια, με ολόκληρο τον κόσμο, με τους ανθρώπους, τα ζώα, τις πέτρες. Δεν είναι τυχαίο το ότι ονομάζουμε το Άγιο Πνεύμα Παράκλητο: που παρηγορεί. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ήταν μαζί μας το Άγιο Πνεύμα. Ο στάρετς μου μίλησε άμεσα και αυστηρά για τα ελαττώματα μου, για την ανυπομονησία μου, για την έλλειψη ωριμότητας, αλλά βγήκα από το εξομολογητήριο παρηγορημένη σαν να είχα βρεθεί στον παράδεισο. Άλλωστε δεν έκρυβε την πρόθεση του να με παρηγορήσει. Κατά τη διάρκεια της συζητήσεως μας πολλές φορές μου είπε: «Να πως μπορώ ακόμα να σε παρηγορήσω». Η αγάπη του ήταν συγχρόνως μεγαλειώδης, τρυφερή και τόσο δυνατή, που δεν φοβόμουν καθόλου να του τα πω όλα ειλικρινά.
Με τα λόγια έδινε την εντύπωση ότι στέκεται με σεβασμό μπροστά σε κάθε μικρό χορταράκι. Δεν έλεγε, «μήλο» αλλά «μηλαράκι»• ο ίδιος ήταν μια προσωπικότητα ανανεωμένη και πυρπολημένη γεμάτη από το Λόγο και από θείες ενέργειες.
Ο στάρετς Ιάκωβος δεν έκανε γενικές ερωτήσεις. Το πλησίασμα των ανθρώπων γι’ αυτόν ήταν αναγκαστικά άμεσο και συγκεκριμένο. «Κάθε άνθρωπος θα διανύσει τον δικό του δρόμο προς τον Θεό. Πρέπει να δώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα μέτρα του», έλεγε.
Θυμάμαι που τον είδα να μιλά με μερικές γυναίκες που του ζητούσαν μια ευλογία για το γάμο τους. Στη σκληρή εποχή μας, το πρόβλημα των γάμων και των διαζυγίων έχει γίνει δραματικό. Σπάνιος είναι ο γάμος που μπορεί να θεωρηθεί ως πετυχημένος. Επίσης, οι μισοί γάμοι στη χώρα καταλήγουν σε διαζύγιο. Γι’ αυτόν το λόγο, οι στάρετς δεν δίνουν εύκολα την ευλογία τους για ένα γάμο. Σε μια από τις γυναίκες που του είχε ζητήσει την ευλογία του, ο πατήρ Ιάκωβος έκανε την εξής ερώτηση:
«Μπορείς να φέρεις στον κόσμο έναν άγιο; “Αν μπορείς τότε παντρέψου, διαφορετικά δεν σου δίνω την ευλογία μου».
Σε μιαν άλλη είπε:
«Είσαι μια μορφωμένη γυναίκα, η επιστήμη υπήρξε πάντα για σένα το ουσιωδέστερο πράγμα, από την άλλη μεριά ο γάμος ζητά πολλές θυσίες. Είσαι ικανή να θυσιάσεις τις επιστημονικές σου ασχολίες για ν’ αφιερώσεις το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου σου σε πράγματα βαρετά για σένα: το νοικοκυριό, τα ψώνια, το πλύσιμο; Κι αν έχεις παιδιά, θα πρέπει αναγκαστικά να κάνεις αυτήν τη θυσία. Σκέψου».
Κι έτσι μιλούσε στην κάθε μια μ’ έναν διαφορετικό τρόπο.
Σε νεοφώτιστους σαν κι εμάς, ο παπα-Ιάκωβος, του άρεσε να λέει: «Ετοιμαστείτε, για μια μεγάλη απόσταση, μη βιάζεστε». Συγχρόνως ήταν απαιτητικός αγρυπνούσε αυστηρά ώστε να υπάρχει μια πνευματική πρόοδος, και ώστε οι δυνάμεις των πνευματικών του παιδιών ν’ αυξάνονται μέρα με τη μέρα.

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΘΕΪΑ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΗ- ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΝΟΣ ΠΡΩΗΝ ΑΘΕΟΥ

Σ' έναν κόσμο που κυριαρχείται από κινδύνους και αβεβαιότητα που κάνουν τη ζωή τόσο ευάλωτη, γεννιέται το ερώτημα: υπάρχει κάτι που θα μπορούσαμε να εμπιστευθούμε και που θα μας έκανε να αισθανθούμε ασφαλείς, αποδεκτοί και ελεύθεροι; Αν πράγματι υπάρχει κάτι τέτοιο, τότε θα πρόκειται για το απόλυτο εργαλείο αντιστρές και χρησιμοποιώντας το θα μπορούμε να επαναφέρουμε γρήγορα το σκάφος της ψυχής μας σε απάνεμα λιμάνια γαλήνης παρά τις συχνές αντιξοότητες της ζωής.

Εμείς οι άνθρωποι δεν επιλέγουμε τις ίδιες αξίες, ούτε βλέπουμε τη ζωή και τα προβλήματά της με την ίδια νοοτροπία, και αυτό είναι απολύτως σεβαστό. Αυτά που θα διαβάσετε τώρα αποτελούν το προσωπικό καταστάλαγμα ενός γιατρού 43 ετών και προέκυψαν μέσα από μια πορεία έντονου ψαξίματος. Μέχρι τα 26 μου υπήρξα άθεος, με την έννοια ότι αδιαφορούσα πλήρως για την υπόθεση «Θεός». Πίστευα γενικά και αόριστα ότι πίσω από ό,τι βλέπουμε υπάρχει κάποια δύναμη, αλλά τίποτα περισσότερο. Διάβαζα πολλά και διάφορα, αλλά το Πάσχα δεν μου έλεγε κάτι το ιδιαίτερο. Ως νέος έκανα τη ζωή μου, μέχρι που κάποια στιγμή ήρθαν απανωτά οι απογοητεύσεις όλες μαζί.

Πέρασα από μια μακριά φάση θλίψης οπότε αποφάσισα ότι η ζωή δεν είχε πια κανένα νόημα για μένα, και προτού κάνω το απονενοημένο, χωρίς κανείς να μου πει τίποτα, ως τελευταία καταφυγή, είπα να ψάξω εξονυχιστικά την υπόθεση του άδειου τάφου και της σωματικής ανάστασης του Ιησού από τους νεκρούς, και κατ’ επέκταση της Βίβλου, συνολικά. Δεν επρόκειτο να δεχτώ ή να πιστέψω οτιδήποτε έτσι απλά για να παρηγορηθώ. Μην ξεχνάτε ότι ως επιστήμονας έχω μάθει να δέχομαι μόνο ό,τι είναι επαρκώς τεκμηριωμένο. Αγόρασα δεκάδες βιβλία υποστηρικτών και αρνητών πάνω σε όλο τα φάσμα των ζητημάτων που άπτονται της Βίβλου, τα έβαλα κάτω μαζί με τη Βίβλο και άρχισε το ταξίδι της αναζήτησης.

Κοντολογίς, σας δίνω τα συμπεράσματά μου: Είναι απολύτως τεκμηριωμένο ότι ο Ιησούς έζησε, έκανε θαύματα και σταυρώθηκε. Υπάρχουν ένα σωρό τέτοιες μαρτυρίες σε μη χριστιανικά κείμενα ρωμαίων και εβραίων ιστορικών αλλά και των Φαρισαίων, που ήταν εχθροί του. Τα κείμενα αυτά είναι που τεκμηριώνουν και το χαμό που συνέβη με τους χριστιανούς στους πρώτους μ.Χ αιώνες.

Είναι επίσης βέβαιο ότι ο Ιησούς πέθανε πάνω στο σταυρό. Οι ρωμαίοι στρατιώτες που τον έλεγξαν ήταν έμπειροι, οι φαρισαίοι που τον σταύρωσαν και έλεγχαν τη διαδικασία δεν είχαν διάθεση να διακινδυνεύσουν τη θρησκευτική εξουσία τους με μια ακόμα απάτη, και όσον αφορά το ορώδες αίμα που βγήκε όταν τον λόγχισαν υπάρχουν ιατρικές μελέτες που εξηγούν ότι σημαίνει θάνατος ανεπιστρεπτί. Είναι επίσης βέβαιο ότι ο φρουρούμενος από ρωμαίους στρατιώτες τάφος του ήταν άδειος την τρίτη ημέρα. Κανείς δεν το αμφισβήτησε αυτό.

Κατόπιν έχουμε αφηγήσεις (20.000 ! χειρόγραφα που η αρχαιολογία χρονολογεί ότι γράφτηκαν στις δεκαετίες μετά από το θάνατό του και αναπαράχθηκαν έως τους τρεις πρώτους μ.Χ. αιώνες) μέσα στην Καινή Διαθήκη ότι ο Ιησούς εμφανίστηκε με σάρκα και οστά επανειλημμένα σε πολλούς και διάφορους ανθρώπους που τον γνώριζαν, και μάλιστα σε ομάδες ανθρώπων που έφταναν και τις εκατοντάδες. Τους μίλησε, τον άγγιξαν, έφαγε μπροστά τους. Στη συνέχεια βλέπουμε στα επόμενα χρόνια μετά από αυτές τις αφηγήσεις οι ίδιοι εκατοντάδες άνθρωποι που τον είδαν αναστημένο να πεθαίνουν μαρτυρικά επιμένοντας ότι έζησαν ένα γεγονός που δεν μπορούσαν να το αρνηθούν και που τους έδινε αφάνταστη δύναμη ψυχής απέναντι στο βασανισμό τους.

Άρα αποκλείεται οι εμφανίσεις του Ιησού να ήταν οπτασία αλλά ούτε και αντικείμενο παράκρουσης, αφού έγιναν σε πολλούς και διάφορους τόπους, χρόνους και ανθρώπους. Επίσης αποκλείεται το επιχείρημα ότι οι χριστιανοί μάρτυρες ήταν απλά ιδεολόγοι. Μπορεί να δώσεις τη ζωή σου υποστηρίζοντας μια ιδεολογία, αλλά δεν δέχεσαι να βασανιστείς μέχρι το θάνατό σου υποστηρίζοντας κάτι που ξέρεις ότι είναι ψέμα! Ιδίως αν είσαι ένας θρησκευόμενος εβραίος και πιστεύεις ότι ο Θεός σου τιμωρεί τον ψεύτη!

Η μόνη εναλλακτική που μένει να δεχθούμε είναι ότι ο Ιησούς πράγματι αναστήθηκε σωματικά από τους νεκρούς. Και μάλιστα ο Ιησούς εκπλήρωσε με ανατριχιαστική ακρίβεια και λεπτομέρεια 332 προφητείες που τον αφορούσαν, που δεν θα μπορούσε ο ίδιος να επηρεάσει την εκπλήρωσή τους, και είχαν –τεκμηριωμένα- γραφτεί εκατοντάδες χρόνια πριν! Δηλαδή ο Ιησούς είναι ο μόνος που –τεκμηριωμένα- νίκησε το θάνατο και άρα είναι ό,τι ισχυρίστηκε, δηλαδή ο Θεός, και επίσης είναι ο μόνος αξιόπιστος να μας εξηγήσει τα πράγματα της ζωής και του θανάτου.

Τι διαφορά κάνει όλο αυτό για τη δική μας ζωή; Τεράστια! Εγώ από όλα αυτά, αλλά και από τη συνολική –επιστημονικά- αξιοπιστία της Βίβλου, καταλαβαίνω τα εξής: φτιάχτηκα από αγάπη από έναν προσωπικό Θεό που -επειδή επέλεξα να Τον ευχαριστήσω ειλικρινά για αυτό το έργο Του της σταυρικής θυσίας και να του ζητήσω συγνώμη για τη μέχρι τότε αδιαφορία μου απέναντί Του- δεν κρατάει τίποτε εναντίον μου και ούτε και πρόκειται να κρατήσει στο μέλλον, παρά τα συνεχή λάθη μου.

Με αγαπάει σταθερά και χωρίς όρους, με δέχεται, με ενδυναμώνει, με διδάσκει, με προστατεύει, μου χορηγεί καθημερινά ό,τι χρειάζομαι πραγματικά, και όταν φύγω από αυτή τη ζωή θα είμαι μαζί Του με νέο αναστημένο άφθαρτο σώμα όπως αυτό του Ιησού, και μαζί με όλους όσους Τον αγαπούν, για να κάνουμε σπουδαία πράγματα στην αιωνιότητα. Δεν είμαι προϊόν τύχης, διότι δεν υπάρχει τύχη. Γαληνεύω με τη σκέψη ότι Εκείνος τα έχει όλα στα δικά Του χέρια. Είμαι ελεύθερος από τον πόνο του παρελθόντος μου, τις πιέσεις του σήμερα και την απαισιοδοξία για το αύριο».

Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

O Ντοστογιέφσκι και η ηθική

O Ντοστογιέφσκι και η ηθική

 
σεβ. Μητρ. Περγάμου Ιωάννης
«Δεν μπορώ να πω πως ο Ντοστογιέφσκι ήταν καλός η ευτυχισμένος άνθρωπος... Ήταν κακός, διεφθαρμένος και γεμάτος ζήλεια. Όλη του τη ζωή ήταν θύμα του πάθους, που θα τον είχε κάνει γελοίο και δυστυχισμένο, αν ήταν λιγότερο έξυπνος και λιγότερο κακός. Στην Ελβετία, μπροστά στα μάτια μου, φέρθηκε τόσο άσχημα στον υπηρέτη του, που ο άνθρωπος επαναστάτησε και του είπε: «μα κι εγώ είμαι άνθρωπος». Θυμάμαι πόση εντύπωση μου έκαναν αυτά τα λόγια... Ειπωμένα σε κάποιον που πάντα δίδασκε το αίσθημα της ανθρωπιάς στην υπόλοιπη ανθρωπότητα».
Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Στράχοβ, έναν άνθρωπο που γνώριζε καλά τον Ντοστογιέφσκι (βλέπε Gerarld Abraham, Dostoyevski) στηρίζονται όμως σε μια παρεξήγηση: ο Ντοστογιέφσκι ποτέ δεν θέλησε να διδάξει στην ανθρωπότητα την καλοσύνη και την ανθρωπιά. Ο Ντοστογιέφσκι δεν υπήρξε ποτέ ηθικολόγος, αντίθετα, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι συνειδητά και συστηματικά σε όλο του το έργο δεν έκανε τίποτε άλλο από το να μάχεται την Ηθική σε βαθμό προκλητικό. Αλλά ας μη σπεύσουμε να συμπεράνουμε από αυτό ότι ο Ντοστογιέφσκι ήταν κήρυκας του αμοραλισμού. Ο Ντοστογιέφσκι είχε το πάθος της αλήθειας. Είχε τη δύναμη να διεισδύσει στην ανθρώπινη συμπεριφορά και να μας αποκαλύψει με τον πιο δραματικό και συγχρόνως πειστικό τρόπο ότι αυτό που η Ηθική μας παρουσιάζει σαν «ηθικό» δεν είναι ποτέ αμιγώς «καλό», και ότι ο άνθρωπος ποτέ δεν μπορεί να εξαλείψει το κακό με την Ηθική, αφού κανένας απολύτως δεν μπορεί να είναι αμιγώς καλός. Επιπλέον, σε όλο του το έργο δεν έπαυσε να διακηρύττει ότι στο που μετράει στην ανθρώπινη ύπαρξη και συμπεριφορά δεν είναι η ηθική, αλλά η ελευθερία, και πως μόνον ό,τι είναι ελεύθερο είναι αληθινά καλό. Αυτό που θέλει να πει στους ανθρώπους ο Ντοστογιέφσκι είναι ότι η διάκριση των ανθρώπων σε «καλούς» και «κακούς» είναι βασισμένη σε ένα ψέμα και ότι ο μόνος τρόπος να νικηθεί το κακό είναι να το πάρει κανείς ελεύθερα επάνω του. Ο Ντοστογιέφσκι δεν είναι αμοραλιστής, αφού δεν παύει να περιγράφει το κακό ως τραγικότητα και συμφορά για τον άνθρωπο. Είναι όμως αντιμοραλιστής, διότι πιστεύει βαθιά ότι η Ηθική δεν μπορεί να οδηγήσει ποτέ στη λύτρωση του ανθρώπου από το κακό.
Στην ομιλία αυτή θα προσπαθήσω, στον λίγο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου, να αναλύσω τη θέση αυτή επικεντρώνοντας την προσοχή μας σε δύο κυρίως σημεία: α) στο πρόβλημα του καλού και του κακού και β) στο θέμα της ελευθερίας. Θα προσπαθήσω στο τέλος να κάνω μια θεολογική αποτίμηση της θέσεως του Ντοστογιέφσκι έναντι του προβλήματος της ηθικής.
Το πρόβλημα του καλού και του κακού
Η έννοια της Ηθικής στηρίζεται στη διάκριση μεταξύ καλού και κακού ήδη από την εποχή του Σωκράτη, που θεωρείται ιδρυτής της. «Όπως ορίζεται σε όλα τα σύγχρονα λεξικά, «η γενική μελέτη του καλού και η γενική μελέτη της ορθής πράξεως αποτελούν το κύριο έργο της ηθικής» (The Cambridge Dictionary of Philosophy, 1955, σ. 244). Χωρίς τη διάκριση καλού και κακού η έννοια της ηθικής καταρρέει.
Η διάκριση αυτή παίρνει συνήθως δύο μορφές. Η μία είναι ο χαρακτηρισμός των πράξεων ή τών αισθημάτων, κινήτρων, διαθέσεων κ.λπ. Ως καλών ή κακών. Εάν κάποιος αγαπά, έμπρακτα ή στις διαθέσεις ή προθέσεις του, πρόκειται για κάτι «καλό» -σύμφωνα με την κρατούσα ηθική πάντοτε- ενώ εάν μισεί πρόκειται για κάτι «κακό». Έτσι προκύπτουν οι γενικές αρχές της ηθικής, ανάλογα πάντοτε με τις πολιτισμικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές κ,λπ. Προϋποθέσεις κάθε εποχής και κάθε κοινωνίας.
Η άλλη μορφή, που παίρνει η διάκριση καλού και κακού, είναι ο χαρακτηρισμός των προσώπων ως καλών ή κακών. Στην αγγλοσαξονική ηθική των νεωτέρων χρόνων, η οποία επέδρασε και στη νοοτροπία και τον πολιτισμό και των δικών μας κοινωνιών, αυτή η μορφή διακρίσεως μεταξύ καλών και κακών ανθρώπων οδήγησε στην εμφάνιση της έννοιας του χαρακτήρος. Ο «χαρακτήρας» (character) είναι το υποκείμενο επάνω στο οποίο είναι «χαραγμένες» ορισμένες ηθικές ιδιότητες, καλές ή κακές, δηλαδή το υποκείμενο της ηθικής. Η έννοια του χαρακτήρος εφαρμόζεται ιδιαίτερα στην τέχνη, και μάλιστα στη λογοτεχνία, το μυθιστόρημα, το θέατρο κ.λπ. (λέμε, π. χ. , «οι χαρακτήρες» για τους ήρωες ενός λογοτεχνικού έργου).
Τόσο στο επίπεδο των γενικών αρχών της ηθικής όσο και σε εκείνο των χαρακτήρων, ο Ντοστογιέφσκι αρνείται επίμονα τη διάκριση μεταξύ «καλού» και «κακού», δηλαδή αρνείται την ίδια τη βάση της ηθικής.
Στο επίπεδο των γενικών αρχών ο Ντοστογιέφσκι θεωρεί την αγάπη ως την ύψιστη ηθική αξία: «Το κυριότερο πράγμα είναι να αγαπάς τους άλλους σαν τον εαυτό σου, αυτό είναι το παν, τίποτε άλλο δεν χρειάζεται», έγραφε κάποτε. Κι όμως είναι αδύνατο να τη διαχωρίσει από το μίσος. Γράφει χαρακτηριστικά στο Υπόγειο, ένα από τα πρώιμα και συγκλονιστικά του έργα: «Επήγα τόσο μακριά ώστε να φθάσω στο βέβαιο συμπέρασμα πως κυριολεκτικά η αγάπη συνίσταται στο παράξενο δικαίωμα να τυραννάς εκείνον που αγαπάς. Στα ονειροπολήματά μου κάτω στο υπόγειο φανταζόμουν τον έρωτα σαν μια πάλη που αρχίζει από το μίσος και καταλήγει στην ηθική υποταγή». Γι’ αυτό, το παράξενο συμπέρασμα είναι για τον Ντοστογιέφσκι η καταπληκτική αλήθεια που την διατυπώνει με το παράπονο: «Στο μίσος μου για τους ανθρώπους της γης μας υπάρχει πάντοτε μια νοσταλγική αγωνία: γιατί να μην μπορώ να τους μισώ χωρίς να τους αγαπώ;... Και στην αγάπη μου γι' αυτούς μέσα ήταν μια νοσταλγική θλίψη: γιατί να μην μπορώ να τους αγαπώ χωρίς να τους μισώ;».
Τα λόγια αυτά έρχονται σαν οδοστρωτήρας να γκρεμίσουν κάθε σαφή διάκριση μεταξύ καλού και κακού, ακόμη και στο επίπεδο της πιο μεγάλης ηθικής αξίας, που είναι και για τον ίδιο τον Ντοστογιέφσκι η αγάπη. Τι να πει κανείς πλέον για τις άλλες ηθικές άξιες, που είναι σχετικές και μεταβάλλονται από εποχή σε εποχή; Το καλό και το κακό δεν αποσυνδέονται, δεν χωρίζουν, με τίποτε.
Αυτό ισχύει για τον Ντοστογιέφσκι όχι μόνο στο επίπεδο των ηθικών αξιών, αλλά και των προσώπων. Όλοι οι ήρωες του Ντοστογιέφσκι είναι συγχρόνως καλοί και κακοί. Η έννοια του ηθικού «χαρακτήρος» είναι στον Ντοστογιέφσκι ανύπαρκτη. Δεν έχομε παρά να σταθούμε στο πιο σημαντικό και εκτενές έργο του, τους Αδελφούς Καραμάζοβ, που περικλείει μια μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων από όλα τα κοινωνικά στρώματα και τους ψυχολογικούς τύπους: από το γέρο παραλυμένο πατέρα Καραμάζοβ ως τον ασκητικό γιο του Αλιόσα, τον άλλο γιο Ιβάν τον εγκεφαλικό άθεο ως τον μοναχό Ζωσιμά, τη μαζοχίστρια Λιζαβέτα ως την σαρκική Γκρούσενκα. Αφορμή για να ξετυλιχθεί το έργο είναι οι παράξενες συνθήκες της δολοφονίας του γερο-Καραμάζοβ, που αποδεικνύει ότι ηθικά ένοχοι είναι σχεδόν όλοι οι γιοι του, όχι μόνο ο πραγματικός δολοφόνος, αλλά και εκείνοι, που, ενώ είναι de facto αθώοι, έχουν αφήσει την καρδιά τους να αναπτύξει εγκληματικές προθέσεις. Στο έργο αυτό σχεδόν κάθε κύριο πρόσωπο διαπράττει κάποιο έγκλημα, αν όχι στην πράξη, πάντως στη σκέψη. Ακόμα και ο Αλιόσα δεν είναι άμοιρος ενοχής, αφού δεν κατάφερε να αποτρέψει ή να προλάβει το έγκλημα. Για τον Ντοστογιέφσκι το πρόβλημα δεν είναι ηθικό, αλλά βαθύτατα υπαρξιακό. Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, είναι ένα μείγμα πανουργίας και απλότητας, αγνότητας και φιληδονίας, καλοσύνης και κακότητας. Ο Ντιμίτρι λέει: «Ήμουν ένας παλιάνθρωπος, κι όμως αγαπούσα τον Θεό... Το καλό και το κακό βρίσκονται σε μια τερατώδη συνύπαρξη μέσα στον άνθρωπο». Ο Μέγας Ιεροεξεταστής εντυπωσιάζεται από αυτή την αντιφατικότητα των ανθρώπων: διεφθαρμένοι άνθρωποι είναι συχνά καλοσυνάτοι, εγκληματίες είναι τρυφεροί και αισθηματικοί, πουριτανοί και ηθικιστές είναι σκληροί και άσπλαχνοι, όλοι είναι εξίσου ικανοί για το κακό και για το καλό.
Η διαπίστωση αυτή, ότι δηλαδή κάθε άνθρωπος είναι κακός συγχρόνως και καλός, καταργεί την Ηθική και εμφανίζει τον Ντοστογιέφσκι ως μηδενιστή: αυτή είναι η ανθρώπινη φύση, δεν θεραπεύεται με τίποτε, το κακό διαποτίζει το καλό, το μη είναι διατρέχει την ύπαρξη. Έτσι ο Νίτσε θα βρει στο πρόσωπο του Ντοστογιέφσκι τον μεγάλο του δάσκαλο, τον Προφήτη του μηδενισμού του.
Αλλά εδώ πρέπει να σταθούμε με προσοχή. Είναι ο Ντοστογιέφσκι πράγματι μηδενιστής; Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα της αντί-ηθικιστής ανθρωπολογίας του;
Η πρώτη σημαντική παρατήρηση είναι ότι ο Ντοστογιέφσκι καταρρίπτοντας την ηθική, που διακρίνει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς, κλονίζει την υπεροψία του ουμανισμού, ο οποίος πιστεύει ότι με την ηθική μπορεί να εξαλείψει το κακό από τον κόσμο. Με τον τρόπο αυτόν ο Ντοστογιέφσκι θεολογεί πατερικά: η σωτηρία του ανθρώπου δεν μπορεί να προέλθει από τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά μόνον από τον Θεό.
Δεύτερον, αναγνωρίζοντας σε κάθε άνθρωπο τη συνύπαρξη του καλού με το κακό, ο Ντοστογιέφσκι καλεί όλους να αποφεύγουν την κατάκριση των άλλων ανθρώπων και να επικεντρώνουν το ενδιαφέρον και τη φροντίδα τους στις δικές τους αμαρτίες. Έτσι αποκτούν συγχρόνως τη μετάνοια και την αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκι κινείται έτσι στο πνεύμα του ευαγγελίου αλλά και των νηπτικών πατέρων («δος μοι, Κύριε, το οράν τα εμού πταίσματα και μη κατακρίνει τον αδελφών μου» ευχή Αγίου Εφραίμ).
Τρίτον, και σπουδαιότερο, το μείγμα καλού και κακού, που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη φύση, δεν οδηγεί απαραίτητα στον μηδενισμό. Είναι αποκαλυπτικά όσα περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι για τον ήρωα του έργου του Το όνειρο ενός Γελοίου ανθρώπου. Εκεί ο ήρωας του έργου, διαπιστώνοντας ότι όλα στη ζωή του ανθρώπου είναι μείγμα αντιθέσεων (καλού κακού, λογικού παραλόγου κ.λπ. ), πληγώνεται βαθιά και κλονίζεται η πίστη του στην ίδια την ύπαρξη: «Έξαφνα νιώθω», λέει, «πως μου ήταν αδιάφορο αν ο κόσμος υπήρχε, ή αν ποτέ δεν υπήρξε τίποτε, άρχισα να αισθάνομαι με όλο μου το είναι πως δεν υπήρχε τίποτε. Στην αρχή νόμισα πως πολλά πράγματα είχαν υπάρξει στο παρελθόν, αλλά μετά κατάλαβα πως ούτε και στο παρελθόν δεν υπήρξε ποτέ τίποτα, μα πως μόνο μου είχε φανεί πως υπήρχε, για κάποιο λόγο. Σιγά - σιγά κατάλαβα πως ούτε και στο μέλλον θα υπάρχει τίποτα».
Αυτός ο μηδενισμός δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην αυτοκτονία. Ο ήρωας του έργου αποφασίζει πράγματι να σκοτωθεί. Αλλά, εκεί που πήγαινε να πραγματοποιήσει το σχέδιο του, ένα κοριτσάκι τρεμάμενο και τρομαγμένο, που για κάποια αιτία βρισκόταν σε απόγνωση, του ζήτησε βοήθεια, και ο «γελοίος άνθρωπος» αλλάζει σχέδιο. Αυτό που τον κάνει να βρει νόημα στην παράλογη, κατά τα άλλα, ύπαρξη είναι η συνάντηση του Άλλου. Ο Άλλος είναι αυτός που δίνει την υπέρβαση του μηδενισμού. Ο Ντοστογιέφσκι μας φέρνει στο χείλος του γκρεμού, αλλά δεν μας αφήνει στο κενό. Αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η ύπαρξη του Άλλου.
Αυτή η ύπαρξη του Άλλου, που δίνει νόημα στην ύπαρξη, δεν είναι ούτε οι αρετές ούτε οι κακίες του Άλλου, δηλαδή η ηθική -είναι αυτή και μόνο η ύπαρξή του. Ηθικά, ο Άλλος είναι ένα παράλογο, ένα μείγμα αντιθέσεων καλού και κακού. Θα ήταν γελοίο να τον προσεγγίσουμε ως ηθική υπόσταση. Μόνον η ύπαρξή του, γυμνή από κάθε ηθική ιδιότητα, δίνει νόημα και στη δική μας ύπαρξη. Αν αξίζει να υπάρχουμε, να μην αυτοκτονήσουμε, να μη γελοιοποιηθούμε, είναι γιατί υπάρχει ο Άλλος.
Αλλά για τον Ντοστογιέφσκι ο Άλλος, όπως εμφανίζεται στο Όνειρο ενός Γελοίου, δεν είναι απλώς μια υπόσταση, ένα ον. Είναι μια ύπαρξη που υποφέρει. Αυτό είναι το ιδιάζον χαρακτηριστικό του ντοστογιεφσκικού υπαρξισμού. Η υπέρβαση του μηδενισμού, αυτό που δίνει νόημα στην ύπαρξή μας, είναι για τον Ντοστογιέφσκι η αποδοχή της οδύνης. Για τον Ντοστογιέφσκι υπάρχει μία και μόνη επιλογή αντί της αυτοκτονίας για τον άνθρωπο. Την εκφράζει ο Ιβάν Καραμάζοβ με το δίλημμα: ή τον σταυρό ή την αγχόνη. «Αύριο», λέει, «το σταυρό μα όχι το ικρίωμα. Όχι, δεν θα κρεμαστώ. Δεν θα μπορούσα ποτέ να αυτοκτονήσω». Και όπως λέει ο διάβολος στον Ιβάν, «οι άνθρωποι υποφέρουν, αλλά ζουν, ζουν μια ζωή πραγματική, όχι φανταστική, γιατί το να υποφέρεις είναι ζωή».
Για τον Ντοστογιέφσκι η οδύνη και το πάθος έχουν μεταφυσικό περιεχόμενο, υπάρχει μια «μεταφυσική της οδύνης». Ο Ρασκόλνικοβ στο Έγκλημα και Τιμωρία γονατίζει μπροστά στη Σόνια και της φιλάει τα πόδια λέγοντας: «Γονάτισα όχι μπροστά σου, αλλά μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα που υποφέρει». Και ο Ζωσιμάς εξηγεί το ότι γονάτισε μπροστά στον Ντιμίτρι Καραμάζοβ με τα λόγια: «γονάτισα χθες μπροστά στα όσα πρόκειται να υποφέρει (ο Ντιμίτρι)».
Αυτή η «μεταφυσική της οδύνης» δημιουργεί ένα ερώτημα: μήπως τελικά για τον Ντοστογιέφσκι ο Σταυρός είναι το έσχατο, το ύψιστο αγαθό; Μήπως έχομε μια «ηθική του Σταυρού», στην οποία η οδύνη εσχατολογοποιείται, γίνεται η ίδια μέρος της Βασιλείας του Θεού η ακόμα και της ίδιας της ζωής της Αγίας Τριάδος, κάτι σαν τον «Πάσχοντα Θεό» του Moltmann; Μια τέτοια τάση φαίνεται να υπάρχει στη ρωσική παράδοση και να είναι ίσως μέρος της ίδιας της ρωσικής ψυχής. Το βλέπομε αυτό στη θεολογική σκέψη του Μπουλγκάκοβ ή ακόμα και του μακαριστού Γέροντα Σωφρονίου του Essex. Είναι άραγε αυτό αληθινό και για τον Ντοστογιέφσκι;
Άλλοι, βαθύτεροι γνώστες του Ντοστογιέφσκι, θα πρέπει να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό. Προσωπικά, έχω τη γνώμη ότι, ενώ ο Σταυρός και η οδύνη είναι για τον Ντοστογιέφσκι η μόνη, αληθινή και αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη, το μόνο αντίδοτο στη γελοιότητα της ηθικής που αγνοεί το παράλογο της συνύπαρξης μέσα στον ίδιο άνθρωπο του καλού και του κακού, εντούτοις δεν είναι για τον Ρώσο συγγραφέα το έσχατο μεταφυσικό αγαθό. Το έσχατο μεταφυσικό αγαθό είναι γι’ αυτόν η υπέρβαση της οδύνης, όχι η οδύνη καθαυτή. Ο Σταυρός είναι η μόνη αληθινή πραγματικότητα στην ύπαρξη, αλλά όχι και η έσχατη.
Στο τέλος του τμήματος που επιγράφεται: «Οι δοκιμασίες μιας ψυχής» στους αδελφούς Καραμάζοβ, ο Ντιμίτρι βλέπει ένα τρομερό όνειρο. Στα κατάλοιπα ενός καμένου χωριού μια χωρική γυναίκα προσπαθεί να ξεφύγει και να σωθεί, και δίπλα της ένα βρέφος που υποφέρει από την πείνα προσπαθεί να θηλάσει από το ξερό στήθος της μητέρας του. Τότε ο Ντιμίτρι, γράφει ο Ντοστογιέφσκι, «αισθάνθηκε ένα αίσθημα οίκτου, που ποτέ άλλοτε δεν το είχε νιώσει, να ανεβαίνει στην καρδιά του, να θέλει να κλάψει, να κάνει κάτι για όλους αυτούς, έτσι ώστε το βρέφος να μην κλαίει πια, η μαύρη και κάτισχνη μάνα του να μη δακρύζει, να μην υπάρχουν πια απ' εδώ και πέρα δάκρυα».
Έτσι ο Ντοστογιέφσκι οραματίζεται το έσχατο αγαθό πέρα από την οδύνη. Ο Σταυρός πρέπει να ξεπεραστεί από την ανάσταση. Δεν έχει θέση στη Βασιλεία τού Θεού ο πόνος. Η αγάπη αγκαλιάζει την οδύνη, όχι για να της δώσει μεταφυσικό περιεχόμενο, αλλά για να τη μετατρέψει σε χαρά. Ο Ντοστογιέφσκι δεν το λέγει, αλλά το υπονοεί: η Θεία ευχαριστία είναι πρόγευση της χαράς, όχι της λύπης -ούτε καν της χαρμολύπης.
Είπαμε ότι οι ήρωες τού Ντοστογιέφσκι είναι μείγμα καλού και κακού και ότι μάταια θα αναζητούσαμε ανάμεσά τους τον ηθικά τέλειο. Η οδύνη είναι η μόνη αλήθεια που με την αποδοχή της, ιδιαίτερα στο πρόσωπο τού Άλλου, υπερβαίνομε το μηδενισμό και καταλαβαίνομε ότι αξίζει να υπάρχομε. Άλλα πέρα από όλα αυτά, εκείνο που δίνει νόημα στην ύπαρξη είναι η ανάσταση.
«Ώστε στ' αλήθεια λέει η θρησκεία πως όλοι μας θα σηκωθούμε από τους νεκρούς και θα ξαναζήσουμε και θα ξαναδούμε πάλι ο ένας τον άλλο;
»Το δίχως άλλο θ' αναστηθούμε... Και χαρούμενα, εύθυμα θα διηγηθούμε ο ένας στον άλλο όσα γίνανε... Απάντησε ο Αλιόσα.
— Αχ πόσο όμορφα θα είναι τότε, ξέφυγε του Κόλια.
— Και τώρα λοιπόν ας τελειώσουμε τους λόγους κι ας πάμε στο τραπέζι της παρηγοριάς... Να μας τώρα που πηγαίνουμε χέρι με χέρι».
Η ανάσταση, το τραπέζι της ευχαριστίας, η κοινωνία της αγάπης -να το ύψιστο αγαθό για τον Ντοστογιέφσκι. Αυτό είναι το αποκορύφωμα τού τελευταίου, τού πιο μεγάλου έργου του. Ίσως αν ζούσε περισσότερο, να μας περιέγραφε τη Βασιλεία με την ίδια γλαφυρότητα που μας περιέγραψε το Σταυρό στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Το πρόβλημα της ελευθερίας
Αν το καλό και το κακό αποτελούν ένα μείγμα στην ανθρώπινη ύπαρξη, αυτό οφείλεται σε έναν και μόνο λόγο, κατά τον Ντοστογιέφσκι: στο ότι η πιο μεγάλη δύναμη που κυβερνά και κατευθύνει την ανθρώπινη ύπαρξη είναι η ελευθερία. «Πώς, λοιπόν, φαντάστηκαν», ρωτάει ο ήρωας του Υπογείου, «όλοι αυτοί οι σοφοί ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια λογική και τίμια θέληση; Και πώς τους κάπνισε να βρουν ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη να ποθεί κατά τρόπο λογικό και ωφέλιμο; Ο άνθρωπος μόνο ένα πράγμα έχει ανάγκη: να είναι η θέλησή του εντελώς ανεξάρτητη, όσο κι αν του στοιχίζει αυτή του η ανεξαρτησία, όσες κι αν είναι οι κακές συνέπειες που συνεπάγεται αυτό».
Ο Ντοστογιέφσκι συνδέει αυτή τη δίψα του ανθρώπου για την ελευθερία άμεσα με το πρόβλημα της ηθικής. Λέγει και πάλι ο ήρωας του Υπογείου: «Νομίζω ότι ο καλύτερος ορισμός του ανθρώπου είναι ο ακόλουθος: ον δίποδο και αχάριστο. Μα αυτό δεν είναι όλο. Δεν είναι αυτό το μεγαλύτερό του ελάττωμα. Το μεγαλύτερο του ελάττωμα είναι η επίμονη ανηθικότητά του. Επίμονη από τότε που έγινε ο κατακλυσμός ως την εποχή μας. Η ανηθικότητα, και επομένως ο παραλογισμός: γιατί ξέρουμε χρόνια και χρόνια τώρα ότι ο παραλογισμός γεννιέται μονάχα από την ανηθικότητα. Ρίξτε μια ματιά στην ιστορία... Ένα μόνο πράγμα δεν μπορείτε να πείτε: ότι κυβερνά τον άνθρωπο η λογική... Και να τι συναντά κανείς κάθε φορά: παρουσιάζονται στον κόσμο άνθρωποι πολύ ηθικοί, φρόνιμοι, σοφοί και φιλάνθρωποι, που θέτουν σαν σκοπό της ζωής τους να γίνουν, αν μπορούν, φρόνιμοι και ηθικοί. Θα 'λεγες πως θέλουν να χρησιμέψουν σαν παράδειγμα στο γείτονά τους και να του αποδείξουν ότι μπορεί πραγματικά να ζήσουμε σαν άνθρωποι ηθικοί και φρόνιμοι. Μα τι γίνεται κατόπιν; Είναι γεγονός αποδεδειγμένο ότι, αργά η γρήγορα, πολλοί από τους φιλάνθρωπους αυτούς στο τέλος της ζωής τους διαψεύδουν τους εαυτούς τους και αφήνουν πίσω τους υλικό για ανέκδοτα, πολύ επιλήψιμα καμιά φορά». Για τον Ντοστογιέφσκι λογική και ηθική είναι αλληλένδετα, και τα δυο μαζί συγκρούονται με την ελευθερία: «Αχ, κύριοι», ρωτάει ο ήρωας του Υπογείου, «ποια θέληση, λοιπόν, θα έχω, όταν τα πάντα θα είναι ένας πίνακας μονάχα, αριθμητική και δύο και δύο κάνουν τέσσερα; Είτε, λοιπόν, το θέλω είτε όχι, «δύο και δύο κάνουν τέσσερα» Είναι θέληση αυτό;».
Για τον Ντοστογιέφσκι η υποταγή της ελευθερίας στη λογική και την ηθική, όχι μόνο είναι αδύνατη αλλά και ανωφελής και επιζήμια για τον άνθρωπο. «Το δύο και δύο κάνουν τέσσερα, αυτό δεν είναι πια η ζωή, είναι η αρχή του θανάτου», λέει ο ήρωας του Υπογείου. Η ελευθερία είναι για τον Ντοστογιέφσκι αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο από τα ζώα. «Τα μυρμήγκια έχουν ένα οικοδόμημα καταπληκτικό στο είδος του: τη μυρμηγκοφωλιά. Τα αξιοσέβαστα μυρμήγκια άρχισαν από τη μυρμηγκοφωλιά και θα τελειώσουν ασφαλώς εκεί, πράγμα που τους περιποιεί μεγάλη τιμή για την επιμονή τους και το θετικό τους πνεύμα. Ο άνθρωπος όμως... Όπως ο παίκτης του σκακιού αγαπά μόνο το παίξιμο και όχι το σκοπό του παιχνιδιού... Ενδιαφέρεται μόνο για την ίδια τη ζωή και όχι για το σκοπό της».
Εδώ αξίζει να σταθούμε λίγο, γιατί τα παραπάνω λόγια μας αποκαλύπτουν κάτι σημαντικό: τη διαφορά μεταξύ οντολογίας και ηθικής Αν τη λέξη ζωή την αντικαταστήσουμε με εκείνη του είναι, της ύπαρξης, τότε το να ενδιαφέρεται κανείς για το είναι, και όχι για το σκοπό του είναι, ισοδυναμεί με το να θεωρεί το είναι ως το ύψιστο και έσχατο αγαθό, και όχι ως μέσο για κάποιον ηθικό σκοπό. Αν τοποθετήσουμε το θέμα αυτό στα πλαίσια της θεολογίας, το καίριο ερώτημα του σκοπού της θείας ενανθρωπήσεως είναι αν ο Χριστός ήλθε για να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους, ηθικούς κ,τ. λ. ή για να μας κάνει να υπάρχουμε. Όλη η δυτική παράδοση βλέπει την Ενανθρώπηση ως τρόπο ηθικής τελειώσεως του ανθρώπου, ενώ οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας εστιάζουν τον σκοπό της ενανθρωπήσεως στην υπέρβαση του θανάτου ως απειλής για το είναι του ανθρώπου (Αθανάσιος). Η ελευθερία για τον Ντοστογιέφσκι είναι οντολογικό και όχι ηθικό ζήτημα: ο άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται για το πώς θα χρησιμοποιήσει την ύπαρξή του ή πώς θα τη βελτιώσει, αλλά γι’ αυτή την ίδια την ύπαρξή του. Γι’ αυτό, όπως στην περίπτωση του Κυρίλοβ στους Δαιμονισμένους, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, ο Ντοστογιέφσκι ωθεί το θέμα της ελευθερίας στα υπαρξιακά του άκρα: ελευθερία σημαίνει ή να αποδεχθείς την ύπαρξη ως δώρο Κάποιου (του Θεού) ή να αρνηθείς την ίδια σου την ύπαρξη (να αυτοκτονήσεις), αν θέλεις να μην αποδεχτείς τον Θεό (δηλαδή να κάνεις τον εαυτό σου Θεό).
Όλα στον Ντοστογιέφσκι παίζονται στο οντολογικό και όχι στο ηθικό επίπεδο. Ο άνθρωπος δεν θέλει να θυσιάσει το είναι για το εύ είναι. Και ο Χριστός δίνοντάς του ελευθερία, και όχι ψωμί ή δύναμη ή καλοπέραση, σκανδαλίζοντας έτσι τον Μέγα Ιεροεξεταστή στη γνωστή σκηνή των Αδελφών Καραμάζοβ, σέβεται την θεόσδοτη αυτή επιθυμία του ανθρώπου. Αλλά και στους Πατέρες της Εκκλησίας, (όπως π. χ. ο άγιος Μάξιμος), σκοπός της υπάρξεως δεν είναι απλώς το είναι, αλλά το εύ είναι. Η ελευθερία συνίσταται στην απόρριψη ή την αποδοχή του είναι της ύπαρξης.
Αλλά αν τελικά ο άνθρωπος ασκώντας την ελευθερία του επιλέξει το είναι αντί του μη είναι, δηλαδή της αυτοκτονίας ή του μηδενός, αυτό που επιλέγει για τον Ντοστογιέφσκι δεν είναι παρά το είναι του έσχατου παραλογισμού, δηλαδή την οδύνη και το πάθος. Γράφει πάλι στο Υπόγειο: «και γιατί είστε πεπεισμένοι πως ο άνθρωπος έχει ανάγκη μόνο από εκείνο που είναι κανονικό και θετικό, και πως μόνη η ευτυχία είναι χρήσιμη για τον άνθρωπο; Λέτε ο άνθρωπος αγαπά μόνο την ευτυχία; Μα ίσως να αγαπά άλλο τόσο τον πόνο. Και μπορεί ο πόνος να του είναι τόσο χρήσιμος όσο και η ευτυχία... Ο πόνος; Μα είναι και η μόνη αιτία της συνείδησης... Η συνείδηση βρίσκεται πολύ πιο πάνω από το δύο και δύο κάνουν τέσσερα... Όσο οπισθοδρομικό και αν φαίνεται, σίγουρα (ο πόνος) αξίζει περισσότερο από το τίποτε».
Για ν' αποφύγει, λοιπόν, κανείς το «τίποτε», το μηδέν, το μη είναι, την αυτοκτονία, πρέπει να επιλέξει το είναι ως πόνο. Ο Ντοστογιέφσκι δίνει την εντύπωση ότι είναι μαζοχιστής. Είναι, λοιπόν, καλό πράγμα ο πόνος; Οι έννοιες του καλού και του κακού δεν έχουν θέση. Αυτό που ενδιαφέρει τον Ντοστογιέφσκι είναι το αληθινό, όχι το ηθικό. Η αλήθεια είναι ότι όλη η ύπαρξη είναι διαποτισμένη από τον πόνο. Αυτό που προβληματίζει έντονα τον Ντοστογιέφσκι είναι η ύπαρξη του πόνου, και μάλιστα του άδικου πόνου, όπως τον βλέπομε στα μικρά παιδιά που κλαίνε και βασανίζονται χωρίς να φταίνε σε τίποτε. Αυτόν τον πόνο καλείται ο άνθρωπος να αγκαλιάσει και να κάνει δικό του, αν δεν θέλει να επιλέξει το μη είναι, το μηδέν.
Αλλά, όταν ο άνθρωπος επιλέξει το είναι ως πόνο, δεν κάνει μια αναγκαστική επιλογή. Τότε, και μόνον τότε, ασκεί αληθινά την ελευθερία του. Και τότε, και μόνον τότε, η ελευθερία ταυτίζεται όχι με το μηδέν, αλλά με την αγάπη. Ο Ντοστογιέφσκι γίνεται έτσι ο θεολόγος της αγάπης. Σύμφωνα με τα λόγια του Γέροντα Ζωσιμά, αληθινή αγάπη είναι το «να κάνεις τον εαυτό σου υπεύθυνο για όλα τα ανθρώπινα όντα και για τον κόσμο ολόκληρο».
Δεν χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να ανακαλύψει κανείς στις ιδέες αυτές του Ντοστογιέφσκι τη μορφή του Χριστού. Ο Ντοστογιέφσκι θεολογεί χωρίς να το λέγει. Και θεολογεί Ορθοδόξως, σύμφωνα με την παράδοση των μαρτύρων και των οσίων. Ας συνοψίσομε τη σκέψη του υπό το φως της θεολογίας.
Θεολογική αποτίμηση τού Ντοστογιέφσκι
Ο Ντοστογιέφσκι μάχεται την ηθική για ένα και μόνο λόγο: διότι, όπως και η λογική, στερεί τον άνθρωπο από το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του, χάρη στο οποίο διαφέρει από τα ζώα, δηλαδή την ελευθερία. Αυτή είναι η «εικόνα του Θεού» στον άνθρωπο και η εικόνα αυτή με τίποτε δεν εξαλείφεται. Ο άνθρωπος πάντοτε θα επιζητεί την ελευθερία, όσες ευεργεσίες και αν του προσφέρει η λογική και η ηθική.
Η ελευθερία δεν είναι για τον Ντοστογιέφσκι αυτό που στη δυτική φιλοσοφία επικράτησε να λέγεται επιλογή μεταξύ του καλού και του κακού. Μια τέτοια επιλογή είναι για τον Ντοστογιέφσκι γελοία, διότι το καλό και το κακό είναι ανάμεικτα στην ανθρώπινη ύπαρξη. Η ελευθερία είναι κάτι οντολογικό, είναι η απόρριψη ή αποδοχή της ίδιας της ύπαρξης μας.
Εάν ο άνθρωπος, ασκώντας την ελευθερία του, απορρίψει την ύπαρξη, δεν έχει άλλη επιλογή από την αυτοκτονία. Αν, αντιθέτως, αποδεχτεί την ύπαρξη, τότε δεν έχει άλλη επιλογή από το να την αποδεχτεί όπως αληθινά είναι, δηλαδή ως (παράλογη) οδύνη, ως Σταυρό. Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ενανθρώπηση του Κυρίου.
Η αποδοχή του Σταυρού σημαίνει ταύτιση με όλους τους πάσχοντας, ανάληψη ευθύνης για όλο τον πόνο της κτίσεως, ταύτιση μέχρι θανάτου. Μόνον έτσι επέρχεται η λύτρωση από το κακό, όχι με την ηθική και τη λογική, αλλά με την αγάπη που αυτοθυσιάζεται. Δεν πρόκειται περί μαζοχισμού, διότι δεν πρόκειται για αυτοϊκανοποίηση του θυσιασμένου. Πρόκειται για την διαπίστωση ότι ο μόνος δρόμος για να νικηθεί το κακό και ο ίδιος ο θάνατος είναι να τα υποστεί κανείς εκούσια, και τούτο προς χάρη των άλλων.
Έτσι ο Ντοστογιέφσκι, ασφαλώς όχι τυχαία, επιλέγει ως προμετωπίδα του μεγάλου έργου του το ευαγγελικό ρητό: «εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένε εάν δε αποθάνη, καρπόν πολύν φέρει». Ο Σταυρός δεν είναι αυτοσκοπός. Τελικός σκοπός είναι η ανάσταση. Αλλά δεν φθάνει κανείς εκεί παρά περνώντας από το Σταυρό.
Ο Ντοστογιέφσκι ασκεί με τον τρόπο αυτό την πιο βαθιά και πειστική κριτική στη δυτική παράδοση, που πίστεψε ότι με τον ορθό λόγο, την ορθή πράξη (ηθική) και την αποτελεσματική οργάνωση του κόσμου θα εξαλείψει το κακό. Ολόκληρος ο 20ος αιώνας με τους πολέμους και τη φρίκη της απανθρωπιάς του απέδειξε πόσο δίκαιο είχε ο Ντοστογιέφσκι στην κριτική αυτή.
Το μήνυμά του υπήρξε προφητικό και εξακολουθεί να είναι τέτοιο.
Ο Ντοστογιέφσκι είναι, πάνω από όλα, θεολόγος. Αντλεί από τη μοναστική, κυρίως, παράδοση της Εκκλησίας μας αλλά και αποπνέει το άρωμα της ευχαριστιακής κοινωνίας. Αλλά, ας το ομολογήσουμε με λύπη, η σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεολογία της δείχνουν να προτιμούν συχνά τη λογική και ηθική του Μεγάλου Ιεροεξεταστή.